Friday, April 18, 2014
Η κληρονομιά στην Ελλάδα.
Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Όταν ένας Έλληνας του εξωτερικού μαθαίνει ότι δικαιούται μίας κληρονομιάς στην Ελλάδα, πρέπει να κάνει ορισμένα απλά βήματα για να μάθει τι ακριβώς δικαιούται και πώς μπορεί να το κληρονομήσει. Ενδείκνυται ο ενδιαφερόμενος να επικοινωνήσει με δικηγόρο στην Ελλάδα, για να λάβει συμβουλές για το πώς θα διεκδικήσει αυτό που δικαιούται.
Οι Έλληνες που διαμένουν στο εξωτερικό πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν είναι απαραίτητο να ταξειδεύσουν αυτοπροσώπως στην Ελλάδα για να ρυθμίσουν την κληρονομιά. Πρώτον διότι οι διαδικασίες μπορεί να διαρκέσουν λίγους ή πολλούς μήνες, δηλ. χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να παραμείνει ο κάτοικος εξωτερικού στην Ελλάδα. Δεύτερον, διότι όλα τα στάδια της κληρονομικής διαδοχής μπορούν να εκτελεσθούν από ένα έμπιστο πρόσωπο που μένει μονίμως στην Ελλάδα και γνωρίζει το νόμο.
Το πρόσωπο αυτό είναι συνήθως ένας δικηγόρος Ελλάδος, ο οποίος έχει την επιστημονική κατάρτιση και την εμπειρία να αναλάβει την ευθύνη να ολοκληρώσει την κληρονομική υπόθεση στο όνομα και για λογαριασμό του κληρονόμου που μένει στο εξωτερικό, πάντα σύμφωνα με τις επιθυμίες και το συμφέρον του πελάτη του, εξασφαλίζοντας μάλιστα το απόρρητο των χειρισμών της υποθέσεως.
Η πληρεξουσιότητα προς τον δικηγόρο ή προς συγγενή ή έμπιστο φίλο στην Ελλάδα δίδεται με πληρεξούσιο που ο κληρονόμος υπογράφει στο Προξενείο της Ελλάδος ή σε συμβολαιογράφο στο εξωτερικό, μετά από σχέδιο πληρεξουσίου που έχει στείλει ο δικηγόρος από την Ελλάδα.
Το σχέδιο είναι πολύ σημαντικό, διότι το πληρεξούσιο πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις εντολές που είναι αναγκαίες για την κληρονομική υπόθεση στην Ελλάδα, όπως επίσης θέματα εφορίας, κτηματολογίου, δήμοτολογικών εγγραφών, μισθώσεων, αλλά και ενδεχόμενης μεταγενέστερης πωλήσεως, δωρεάς ή γονικής παροχής των κληρονομιαίων που θα αποκτήσει ο κληρονόμος.
Ο ενδιαφερόμενος κάτοικος εξωτερικού πριν μιλήσει με δικηγόρο στην Ελλάδα, πρέπει να γνωρίζει το πλήρες όνομα του θανόντος, τα ονόματα των γονέων του, τον τόπο και τον χρόνο που απεβίωσε και το αν άφησε πλησιέστερους συγγενείς, δηλαδή σύζυγο και παιδιά.
Αν δεν υπάρχουν παιδιά, καλό είναι να γνωρίζουμε τα ονόματα των αδελφών του θανόντος ή των παιδιών αδελφών που έχουν ήδη αποβιώσει.
Σημαντική πληροφορία είναι το αν υπάρχει διαθήκη και αν ναι, πού εχει συνταχθεί, δηλ. στο εξωτερικό ή στην Ελλάδα καθώς και ποιός την έχει τώρα, ώστε να καθορισθεί σε ποιά χώρα θα δημοσιευθεί. Το περιεχόμενο της διαθήκης έχει μεγάλη σημασία, διότι θα μας δείξει ποιοί κληρονομούν, σε τι ποσοστό, αλλά και το αν η διαθήκη είναι έγκυρη, αν έχει συνταχθεί σε συμβολαιογράφο ή αν είναι ιδιόγραφη, όπως επίσης και αν το περιεχόμενό της έχει νομική αρτιότητα, ή περιλαμβάνει ανεφάρμοστες διατάξεις.
Τα περιουσιακά στοιχεία στην Ελλάδα του θανόντος ή της θανούσης είναι ένα επίσης πολύ σημαντικό θέμα που ο κληρονόμος καλό είναι να γνωρίζει. Αν υπάρχουν αντίγραφα συμβολαίων, αυτά βοηθάνε πολύ, όπως και στοιχεία για αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών. Ακόμα όμως και η γνώση του τόπου καταγωγής του θανόντος, ή του τόπου όπου έζησε κάποιο διάστημα και μπορεί να έχει περιουσία, αποτελούν στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν τον δικηγόρο να ερευνήσει στο υποθηκοφυλακείο για να εντοπίσει συμβόλαια και άλλες νομικές πράξεις.
Ο φόρος κληρονομίας, τέλος, είναι μηδενικός ή χαμηλός για κληρονομιές μικρές ή μεσαίας αξίας, εφόσον κληρονόμος είναι τέκνο ή σύζυγος του θανόντος και οι κάτοικοι εξωτερικού πρέπει να μην ανησυχούν ότι θα πληρώσουν πολλά στην εφορία για την κληρονομιά. Αυτό βεβαίως ισχύει όταν η κληρονομιά δηλώνεται εμπροθέσμως στην ελληνική εφορία, δηλ. εντός έξι μηνών αν ο κληρονομούμενος απεβίωσε στην Ελλάδα και οι κληρονόμοι ζουν στην Ελλάδα και εντός δώδεκα μηνών, αν ο κληρονομούμενος απεβίωσε στο εξωτερικό, ή αν οι κληρονόμοι είναι κάτοικοι εξωτερικού.
*Ο Χρήστος Ηλιόπουλος
είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
www.greekadvocate.eu
bm-bioxoi@otenet.gr
ktimatologiolaw@yahoo.gr
Wednesday, April 2, 2014
Ίδια η Ευθύνη Εγγυητή και Οφειλέτη.
Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Ο εγγυητής υπογράφει την δανειακή σύμβαση όπως και ο οφειλέτης και αμφότεροι ευθύνονται αλληλεγγύως, εις ολόκληρον και με τις ίδιες υποχρεώσεις. Ο δανειστής μάλιστα, που είναι συνήθως τράπεζα, δικαιούται κατά βούλησιν να επιλέξει εναντίον ποίου από τους δύο θα στραφεί, σε περίπτωση που το χρέος καταστεί ληξιπρόθεσμο, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να στραφεί πρώτα κατά του οφειλέτη και μόνο αν αποτύχει, να κινηθεί κατά του εγγυητή.
Επομένως, καθένας που υπογράφει ως εγγυητής πρέπει να γνωρίζει ότι διακινδυνεύει υπό τους ίδιους ακριβώς όρους, όπως και ο πρωτοφειλέτης. Γι' αυτό συνήθως εγγυητής καθίσταται πρόσωπο συγγενικό ή στενά φιλικό του οφειλέτη, ενώ κάποιες φορές εγγυητής γίνεται το φυσικό πρόσωπο που διοικεί μία εταιρεία, όταν οφειλέτης είναι το νομικό πρόσωπο της εταιρείας.
Αν ο εγγυητής μεταβιβάσει κάποιο περιουσιακό στοιχείο του σε τρίτο πρόσωπο, ενώ το χρέος για το οποίο έχει εγγυηθεί είναι ληξιπρόθεσμο, ο δανειστής δικαιούται να επιδιώξει την απαλλοτρίωση, δηλ. την ακύρωση της διαθέσεως ως καταδολιευτικής. Προϋπόθεση για να δεχθεί το δικαστήριο την αγωγή ακυρώσεως της μεταβιβάσεως ως καταδολιευτική είναι αφενός κατά τον χρόνο που γίνεται η μεταβίβαση (συνήθως του ακινήτου) η απαίτηση της τράπεζας να είναι γεγενημένη, ή έστω να καταστεί ληξιπρόθεσμη μέχρι την πρώτη συζήτηση της αγωγής στο δικαστήριο, αφετέρου δε ο μεταβιβάζων το ακίνητο (οφειλέτης ή εγγυητής) να έχει πρόθεση βλάβης των συμφερόντων του δανειστή.
Πρέπει δηλαδή η μεταβιβάζων το ακίνητό του να το κάνει με σκοπό να μην απομείνει περιουσία στο όνομά του προς ζημία του δανειστή. Για να αποδεικνύεται ότι είχε πρόθεση βλάβης ο οφειλέτης ή ο εγγυητής, πρέπει αυτός να γνωρίζει ότι ο οφειλέτης έχει ληξιπρόθεσμη οφειλή, ποιό είναι το ύψος αυτής και η μεταβίβαση να γίνεται για να αποφευχθεί η επιστροφή του δανείου.
Στην υπ' αριθ. 4408/2013 απόφασή του το Εφετείο Αθηνών δίκασε υπόθεση στην οποία η τράπεζα είχε κινηθεί το έτος 2008 εναντίον εγγυητή, διότι εκείνος το 2003 είχε μεταβιβάσει με γονική παροχή ακίνητο στο τέκνο του. Η οφειλή προήρχετο από αλληλόχρεο λογαρισμό, που μπορεί το 2007 να είχε υψηλό κατάλοιπο εις βάρος του οφειλέτη, περί τα 110.000 ευρώ, τέσσερα χρόνια όμως πιο πριν, δηλ. το 2003 που είχε γίνει η γονική παροχή, η οφειλή ήταν πολύ μικρή, μεταξύ 400 και 3.000 ευρώ περίπου.
Οφειλέτης ήταν το νομικό πρόσωπο μίας εταιρείας, ενώ εγγυητής ήταν ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος αυτής. Περί το έτος 2007 η τράπεζα έκλεισε τον αλληλόχρεο λογαριασμό, διότι η εταιρεία δεν πήγαινε καλά και η οφειλή της εταιρείας είχε αυξηθεί πολύ. Εκτός της έκδοσης διαταγής πληρωμής, η τράπεζα άσκησε και αγωγή κατά του εγγυητή, υποστηρίζοντας ότι το 2003 είχε καταδολιευτικώς μεταβιβάσει με γονική παροχή στο παιδί του ένα ακίνητο, με σκοπό να ζημιώσει την τράπεζα.
Το Πρωτοδικείο εδέχθη την αγωγή της τράπεζας και απέρριψε τις ενστάσεις του εγγυητή περί καταχρηστικής ασκήσεως της αγωγής, αλλά και περί ανυπαρξίας δόλου εκ μέρους του. Το Εφετείο, όμως, στο οποίο προσέφυγε ο εγγυητής, παρά το γεγονός ότι απέρριψε κι αυτό την ένσταση καταχρηστικότητας, εδέχθη ωστόσο ότι ο εγγυητής το έτος 2003 που έκανε την γονική παροχή δεν είχε δόλο, δεν είχε δηλαδή πρόθεση βλάβης της τράπεζας, διότι την περίοδο εκείνη η εταρεία πήγαινε καλά και το ύψος της οφειλής της προς την τράπεζα από τον αλληλόχρεο λογαριασμό ήταν πολύ χαμηλό και μπορούσε εύκολα τότε να εξοφληθεί.
Αντιθέτως, το γεγονός ότι πολύ αργότερα η εταιρεία άρχισε να έχει κακή πορεία και τελικώς περί το 2007 η οφειλή της ανήλθε στο ποσό των 110.000 ευρώ, δεν είχε σχέση ούτε θα μπορούσε να αποτελέσει την αιτία της γονικής παροχής του 2003, καθώς ο εγγυητής το 2003 δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι τέσσερα χρόνια μετά η εταιρεία θα είχε μεγάλο χρέος προς την τράπεζα. Επομένως, το δικαστήριο εδέχθη ότι ο εγγυητής δεν μπορούσε το 2003 να έχει πρόθεση βλάβης της τράπεζας για αποφυγή χρέους που γεννήθηκε χρόνια αργότερα και για τον λόγο αυτόν απέρριψε την αγωγή και η γονική παροχή δεν ακυρώθηκε ως καταδολιευτική.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος
είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
www.greekadvocate.eu
bm-bioxoi@otenet.gr
ktimatologiolaw@yahoo.gr
Ευκολώτερες οι μισθώσεις καταστημάτων στην Ελλάδα
Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Ευελιξία και περισσότερη ελευθερία των συναλλαγών επιδιώκει να επιφέρει στην ελληνική αγορά επαγγελματικών μισθώσεων ο νέος νόμος 4242/2014 που αλλάζει πολλά από όσα μέχρι τώρα ίσχυαν.
Πρώτη βασική αλλαγή είναι ότι καταργείται η ελάχιστη διάρκεια μίας επαγγελματικής μισθώσεως των 12 ετών. Μέχρι σήμερα ανεξαρτήτως του αν το μισθωτήριο συμβόλαιο ενός επαγγελματικού χώρου έγραφε μικρότερη χρονική διάρκεια, για τον μισθωτή (ενοικιαστή), η διάρκεια ήταν κατ' ελάχιστον 12 έτη, εφόσον βεβαίως τηρούσε τις υποχρεώσεις του, η κυριώτερη των οποίων είναι η εμπρόθεσμη καταβολή του μηνιαίου μισθώματος.
Με το νέο νόμο η ελάχιστη διάρκεια μειώνεται δραστικά στα τρία μόνο χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι ο ιδιοκτήτης κάθε καταστήματος στην Ελλάδα θα γνωρίζει ότι έχει την ευχέρεια να νοικιάσει, δηλ. να δεσμεύσει την ιδιοκτησία του για μικρότερο χρονικό διάστημα εν συγκρίσει με το αρκετά δεσμευτικό ελάχιστο των 12 ετών που ίσχυε με το παλαιό καθεστώς.
Κατά την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, που ενισχύεται με το νέο νομικό καθεστώς, τα δύο μέρη, ιδιοκτήτης-εκμισθωτής και μισθωτής έχουν την δυνατότητα να υπογράψουν στην σύμβαση ότι η διάρκεια της εμπορικής μισθώσεως ορίζεται μεγαλύτερη των τριών ετών, δηλ. για τέσσερα, πέντε, έξι, οκτώ κλπ. χρόνια.
Με τον τρόπο αυτό πιστεύεται ότι πολλοί ιδιοκτήτες καταστημάτων, που ήταν ενδεχομένως διστακτικοί να εκμισθώσουν τα μαγαζιά και γενικώς τους επαγγελματικούς χώρους ιδιοκτησίας τους, γνωρίζοντας ότι τους δεσμεύουν για 12 έτη, δηλ. για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, εν σχέσει και με την νομική δυσκολία εξώσεως ακόμα και κακοπληρωτών ενοικιαστών, τώρα θα δούν με άλλο μάτι την επιλογή να ξανανοικιάσουν τα ακίνητά τους.
Με τις νέες διατάξεις, οι μσθώσεις των επαγγελματικών χώρων θα μπορούν να λυθούν με νεότερη συμφωνία των δύο μερών, ακόμα και αν δεν έχει παρέλθει ο συμβατικός χρόνος, δηλ. ο χρόνος που γράφει το μισθωτήριο. Επί παραδείγματι, με νέα μίσθωση συμφωνείται μίσθωση διάρκειας πέντε ετών, μετά όμως την πάροδο τριών ετών και έξι μηνών, ιδιοκτήτης και ενοικαστής συμφωνούν αμοιβαίως ότι δεν θέλουν να συνεχίσουν την μίσθωση. Υπογράφουν νέο έγγραφο, που πρέπει να είναι βεβαίας χρονολογίας, που αναφέρει ότι λύουν την μίσθωση και η μίσθωση έχει πλέον περατωθεί, έστω κι αν δεν έχουν περάσει τα πέντε χρόνια που έγραφε το αρχικό μισθωτήριο.
Στην περίπτωση που μετά την συμπλήρωση του συμβατικού χρόνου, που δεν μπορεί ποτέ να είναι μικρότερος από τρία έτη, ο ιδιοκτήτης ή ο ενοικιαστής επιθυμεί να καταγγείλει την μίσθωση, μπορεί να το πράξει με έγγραφη γνωστοποίηση (συνήθως εξώδικο) προς το άλλο μέρος, η οποία θα ισχύσει μετά από τρεις μήνες από την κοινοποίησή της.
Ένας πρόσθετος λόγος που αναμένεται να τονώσει την διάθεση ακινήτων προς εμπορική μίσθωση είναι και η διάταξη που καταργεί την υποχρέωση που είχε ο ιδιοκτήτης να καταβάλει αποζημίωση στον ενοικιαστή, σε περίπτωση λύσεως της μισθώσεως. Ειδικώς, με το προηγούμενο καθεστώς, μετά την πάροδο της δωδεκαετίας, ο ιδιοκτήτης είχε δικαίωμα να ζητήσει από τον ενοικιαστή να εγκαταλείψει το μίσθιο, αλλά έπρεπε τότε να του καταβάλει το ποσό των 24 μισθωμάτων ως αποζημίωση για την άϋλη εμπορική αξία του καταστήματος (πελατεία, φήμη κλπ.). Μόνο αν ο ιδιοκτήτης άφηνε το ενοικιαστή για τέσσερα επιπλέον έτη (δηλ. 12 + 4 = 16 έτη), είχε δικαίωμα να λύσει την μίσθωση χωρίς καταβολή αποζημιώσεως, αλλά τα 16 χρόνια θεωρήθηκε μία πολύ μεγάλη δέσμευση της ακίνητης περιουσίας του ιδιοκτήτη και γι' αυτό καταργήθηκε.
Με το νέο νόμο, με την πάροδο του ελαχίστου χρόνου των τριών ετών, ή του μεγαλυτέρου χρόνου που γράφει το μισθωτήριο, ο ενοικιαστής υποχρεούται να παραδώσει το κατάστημα χωρίς να δικαιούται αποζημιώσεως από τον ιδιοκτήτη.
Αν ο ιδιοκτήτης θελήσει να λύσει την μίσθωση λόγω ιδιόχρησης, υποχρεούται πλέον να καταβάλει στον ενοικιαστή οκτώ μηνιαία μισθώματα, έναντι των δεκαέξι που προέβλεπε ο προηγούμενος νόμος. Αν ο μισθωτής προσφύγει στο δικαστήριο, μπορεί να αυξήσει την αποζημίωση έως τα δεκαπέντε ενοίκια. Αν ο ιδιοκτήτης λύσει την μίσθωση λόγω ανοικοδόμησης του ακινήτου, η αποζημίωση μειώνεται στα έξι, έναντι των δώδεκα μισθωμάτων. Το δικαστήριο μπορεί να αυξήσει αυτήν την αποζημίωση έως τα εννέα μισθώματα.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος
είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
www.greekadvocate.eu
bm-bioxoi@otenet.gr
ktimatologiolaw@yahoo.gr
Ικανότητα υπογραφής πληρεξουσίου στο Προξενείο
Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Πολύ συχνά οι Έλληνες ομογενείς ενεργούν νομικές και άλλες συναλλακτικές πράξεις στην Ελλάδα, από την χώρα που ζουν μονίμως χωρίς να χρειάζεται να ταξειδεύσουν στην Πατρίδα. Αυτό καθίσταται δυνατό με την υπογραφή πληρεξουσίου στο Προξενείο της Ελλάδος, ή σε συμβολαιογράφο.
Εάν το πληρεξούσιο γίνει στο Προξενείο, κάθε αντίγραφό του ισχύει στην Ελλάδα, ενώ το πρωτότυπο φυλάσσεται πάντα στο αρχείο του Προξενείου. Αν όμως το πληρεξούσιο συνταχθεί σε συμβολαιογράφο της χώρας κατοικίας του κατοίκου εξωτερικού, θα χρειασθεί είτε την Αποστίλη (Apostille), αν η χώρα έχει υπογράψει την σχετική σύμβαση της Χάγης, είτε την επικύρωση του πληρεξουσίου από το Προξενείο της Ελλάδος.
Με το πληρεξούσιο μπορεί κάποιος από την χώρα διαμονής του, στην Αυστραλία, τις ΗΠΑ, τον Καναδά κλπ. να αγοράσει και να πουλήσει ακίνητο στην Ελλάδα, να δώσει ακίνητο ως γονική παροχή ή δωρεά, να λάβει γονική παροχή ή δωρεά, να διανείμει περιουσία με τους συγγενείς του, αλλά και να λάβει αποζημίωση απαλλοτρίωσης ακινήτου του στην Ελλάδα, να κάνει δικαστήρια, να ρυθμίσει φορολογικές υποθέσεις του και πολλά άλλα.
Για να υπογράψει κάποιος πληρεξούσιο στο Προξενείο θα πρέπει να είναι ικανός για δικαιοπραξία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να έχει την χρήση του λογικού του και διαύγεια πνεύματος. Ο αρμόδιος προξενικός υπάλληλος που επιμελείται της συντάξεως και της υπογραφής του πληρεξουσιου, εκτός από τον έλεγχο της ταυτότητος ή του διαβατηρίου και των λοιπών στοιχείων του υπογράφοντος, ελέγχει και την ικανότητά του να υπογράψει, αν δηλαδή αντιλαμβάνεται το περιεχόμενο του πληρεξουσίου.
Ο υπογράφων το πληρεξούσιο πρέπει να είναι σε θέση να καταλαβαίνει τι είναι αυτό που υπογράφει και για ποιόν λόγο το κάνει, έστω κι αν δεν είναι ο ίδιος νομικός ή μορφωμένος. Αρκετοί Έλληνες ομογενείς είναι μεγάλης ηλικίας και προσέρχονται στα Προξενεία για υπογραφή πληρεξουσίων που αφορούν την περιουσία τους στην Ελλάδα. Για να αποφευχθούν παρεξηγήσεις ή ακόμα και παράνομες πράξεις, πρέπει να είναι φανερό ότι ο υπογράφων το πληρεξούσιο αντιλαμβάνεται την διαδικασία και εφόσον αυτό επιβεβαιωθεί, του επιτρέπεται να υπογράψει.
Όταν διαπιστώνεται ότι εκείνος που εμφανίζεται στο Προξενείο για υπογραφή πληρεξουσίου δεν αντιλαμβάνεται τι κάνει, ούτε για ποιόν λόγο βρίσκεται στο Προξενείο, είναι πολύ πιθανό να μην του επιτραπεί να υπογράψει. Η λύση στο πρόβλημα τότε είναι ότι κάποιος εκ των συγγενών ή των οικείων του πρέπει να ορισθεί ως δικαστικός συμπαραστάτης του, συνήθως με δικαστική απόφαση.
Ακολούθως, η απόφαση αυτή πρέπει να επικυρωθεί και από Ελληνικό δικαστήριο και μετά εκείνος που ορίσθηκε ως δικαστικός συμπαραστάτης μπορεί να υπογράψει πληρεξούσια και κάθε άλλη νομική πράξη που αφορούν στην περιουσία του προσώπου, υπό την προϋπόθεση ότι κάθε ενέργεια θα πρέπει να γίνεται προς το συμφέρον του συμπαραστατουμένου.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
www.greekadvocate.eu
bm-bioxoi@otenet.gr
Subscribe to:
Posts (Atom)