Tuesday, September 11, 2012

Ειδοποίηση στο εξωτερικό για δίκη στην Ελλάδα του Χρήστου Ηλιόπουλου

Μεγαλώνει συνεχώς ο αριθμός των Ελλήνων ομογενών, αλλά και των αλλοδαπών, που έχουν δικαστικές υποθέσεις στην Ελλάδα. Για να μπορεί να λάβει χώρα στην Ελλάδα μία δίκη σύμφωνα με τις βασικές αρχές της δικονομίας και της προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πρέπει εκείνος που καλείται να παρουσιασθεί σε κάποιο δικαστήριο στην Ελλάδα, να ειδοποιηθεί καταλλήλως και σε χρόνο που θα μπορέσει πληροφορηθεί το αντικείμενο της δίκης ώστε να προετοιμάσει την νομική του υπεράσπιση. Όταν εκείνος που καλείται να παραστεί σε δικαστήριο στην Ελλάδα διαμένει εκτός Ελλάδος, πρέπει να ειδοποιηθεί εγγράφως στην κατοικία του στο εξωτερικό. Η κοινοποίηση του δικαστηρίου δεν αρκεί να λάβει χώρα με την λεγόμενη «πλασματική επίδοση», δηλαδή την επίδοση του δικογράφου στον Εισαγγελέα του Πρωτοδικείου στην έδρα του οποίου θα λάβει χώρα η δίκη, ανεξαρτήτως του αν ο διάδικος παρέλαβε στο εξωτερικό τα έγγραφα της δίκης. Κατά την ισχύουσα και στην Ελλάδα σύμβαση της Χάγης της 15ης Νοεμβρίου 1965 η επίδοση πρέπει να είναι πραγματική, ώστε να μπορέσει ο διάδικος να λάβει στα χέρια του την αγωγή ή το δικόγραφο που του επιδίδεται, στην κατοικία του στο εξωτερικό και μάλιστα πριν από συγκεκριμένη προθεσμία από την δίκη. Στην υπ’ αριθ. 223/2012 απόφασή του το Εφετείο Αθηνών έκρινε υπόθεση διαζυγίου, στην οποία οι διάδικοι είχαν την ελληνική ιθαγένεια και για τον λόγο αυτό το ελληνικό δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να δικάσει την ουσία της υποθέσεως, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι κάποιος εκ των διαδίκων είχε και την υπηκοότητα των ΗΠΑ. Η σύζυγος είχε κατοικία στην Φλόριντα των ΗΠΑ. Ο σύζυγος της, στο πλαίσιο της επίσπευσης της δίκης στο Εφετείο Αθηνών, της επέδωσε το δικόγραφο της εφέσεως στην κατοικία της στην Φλόριντα, σύμφωνα με τον τρόπο που προβλέπει η δικονομία της Πολιτείας. Συγκεκριμένα, δικηγόρος της Φλόριντα υπέγραψε ένορκη βεβαίωση ενώπιον συμβολαιογράφου στην Φλόριντα ότι ακριβές αντίγραφο της εφέσεως με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για συγκεκριμένη δικάσιμο (ημέρα, ώρα, τόπο που βρίσκεται το δικαστήριο στην Αθήνα), επιδόθηκε στην εφεσίβλητη (σύζυγο του επισπεύδοντος την συζήτηση) κατά τις διατυπώσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας της Φλόριντα, δηλαδή μέσω ταχυδρομικής αποστολής, στην γνωστή κατοικία της στην Φλόριντα. Αυτό επιτρέπεται και από το δίκαιο της Ελλάδος, στο άρθρο 137 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που ορίζει ότι «η επίδοση σε εκείνους που έχουν τη διαμονή ή την έδρα τους στο εξωτερικό μπορεί να γίνει και με τις διατυπώσεις του αλλοδαπού νόμου, από τα όργανα που αυτός ορίζει». Εφόσον επομένως η γνωστοποίηση της δίκης έλαβε χώρα στις ΗΠΑ σύμφωνα με το δίκαιο της συγκεκριμένης Πολιτείας στην γνωστή κατοικία της διαδίκου και άρα τεκμαίρεται ότι η σύζυγος έλαβε γνώση της διαδικασίας εφέσεως στο Εφετείο Αθηνών, όταν ήρθε η ημέρα της δίκης και η διάδικος δεν εμφανίσθηκε στο δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο, δικάσθηκε ερήμην (in absentia), ως εάν ήτο παρούσα. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.g

Monday, September 3, 2012

Έγκυρη η διαθήκη παρά το βαθύ γήρας του διαθέτη του Χρήστου Ηλιόπουλου

Η ιδιόγραφη διαθήκη γράφεται ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη, χρονολογείται και υπογράφεται από αυτόν. Ανίκανοι να συντάσσουν διαθήκη είναι όσοι κατά το χρόνο σύνταξης της διαθήκης δεν έχουν συνείδηση των πράξεών τους ή βρίσκονται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής τους. Ανικανότητα συνεπώς για σύνταξη διαθήκης υπάρχει είτε όταν υφίσταται έλλειψη συνείδησης των πράξεων, δηλ. το πρόσωπο, από αίτιο νοσηρό ή μη, δεν έχει τη δύναμη να διαγνώσει το περιεχόμενο και την ουσία της πράξης που επιχειρεί, είτε όταν υπάρχει ψυχική ή διανοητική διαταραχή, που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης του διαθέτη. Ανικανότητα για διαθήκη είναι δυνατόν να υφίσταται και στην περίπτωση της γεροντικής άνοιας, εάν από αυτήν προκαλείται μόνιμη διαταραχή της λειτουργίας του νου, σε βαθμό που αποκλείει την ύπαρξη λογικής κρίσης. Όμως, η απλή νοητική μείωση, που συνοδεύει συχνά τη γήρανση, είναι φαινόμενο απολύτως φυσιολογικό και η επίκληση και η απόδειξη της δεν δικαιολογεί από μόνη της ανικανότητα προς σύνταξη διαθήκης. Στην υπ’ αριθ. 145/2012 απόφασή του ο Άρειος Πάγος έκρινε υπόθεση κατά την οποία ο διαθέτης απεβίωσε σε ηλικία 84 ετών, άγαμος και άτεκνος. Πλησιέστεροι συγγενείς του ήταν δύο ανήψια του, με τα οποία όμως δεν είχε ιδιαίτερα στενές σχέσεις έως τον θάνατό του. Αντιθέτως, στενές σχέσεις είχε με τον βαφτιστικό του, στον οποίο και τελικώς άφησε με την διαθήκη ολόκληρη την μεγάλης αξίας περιουσία του. Τα δύο ανήψια, μετά τον θάνατο του θείου τους και την δημοσίευση της διαθήκης δυνάμει της οποίας αυτά δεν ελάμβαναν τίποτα, άσκησαν αγωγή στο δικαστήριο ζητώντας να κηρυχθεί άκυρη η διαθήκη. Ως λόγο ακυρότητος προέβαλαν ότι η διαθήκη ήταν πλαστή, δηλ. ότι δεν την είχε γράψει και υπογράψει ο θείος τους. Επικουρικώς, ζήτησαν την ακυρότητα της διαθήκης και με τον ισχυρισμό ότι ο διαθέτης θείος τους δεν είχε την χρήση της λογικής κατά τον χρόνο συντάξεως της διαθήκης, όταν ήταν 81 ετών, επειδή έπασχε από γεροντική άνοια και άλλες ασθένειες. Η αγωγή απερρίφθη από τα δικαστήρια της ουσίας, επειδή τόσο πραγματογνώμων (γραφολόγος) που διορίσθηκε από το αστικό Δικαστήριο, όσο και ο έτερος γραφολόγος που διορίσθηκε από τον ανακριτή στην ποινική για την πλαστογραφία δίκη, έκριναν ότι η διαθήκη δεν ήταν πλαστή, αλλά ότι αντιθέτως είχε γραφεί από το χέρι του διαθέτη, δεδομένου ότι ο διαθέτης ήταν δικηγόρος και αξιοποιήθηκε συγκριτικό υλικό δεκάδων γνησίων εγγράφων του για να συγκριθεί με την γραφή της διαθήκης και ευρέθη όμοιο με αυτήν. Επίσης, αναφορικώς με τον ισχυρισμό των ανηψιών, που ήθελαν την ακύρωση της διαθήκης, ότι ο θείος τους δεν είχε συνείδηση των πραττομένων και άρα δεν αντιλαμβανόταν την πραγματικότητα ώστε να δύναται να συντάξει διαθήκη, τα δικαστήρια έκριναν ότι παρά την προχωρημένη ηλικία του όταν συνέταξε την διαθήκη (ήταν 81 ετών), δεν είχε απωλέσει την χρήση του λογικού. Διεπιστώθη βεβαίως από ιατρικές γνωματεύσεις ότι δύο ή τρία έτη μετά την σύνταξη της διαθήκης, οι πνευματικές του λειτουργίες είχαν μειωθεί σημαντικά ώστε να κηρυχθεί μάλιστα και σε κατάσταση δικαστικής συμπαραστάσεως, ωστόσο εκρίθη από τα δικαστήρια ότι η χειροτέρευση των πνευματικών του λειτουργιών είχε λάβει χώρα αρκετά μετά την σύνταξη της διαθήκης, όταν ακόμα είχε την χρήση του λογικού. Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι η απόφαση του Εφετείου, που θεώρησε την διαθήκη γνήσια και όχι πλαστή και τον διαθέτη κατά τον χρόνο συντάξεως της διαθήκης έχοντα τις πνευματικές του λειτουργίες, ήταν αιτιολογημένη και την επεκύρωσε, με αποτέλεσμα αμετακλήτως η διαθήκη να θεωρηθεί γνήσια και άρα έγκυρη και η κληρονομία να ληφθεί από τον τιμώμενο στην διαθήκη και όχι από τα ανήψια του θανόντος. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr