Monday, September 23, 2013

Πληρεξούσιο μόνο σε έμπιστο πρόσωπο

Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Οι ομογενείς ζουν μακρυά από την Πατρίδα και γι’ αυτό συχνά για την παρακολούθηση των υποθέσεών τους και την τακτοποιήση πλήθους συναλλαγών τους στην Ελλάδα πρέπει να υπογράψουν πληρεξούσιο. Η υπογραφή ενός πληρεξουσίου διευκολύνει αφάνταστα την ταχεία ολοκλήρωση της υποθέσεως, αφού επιτρέπει στον πληρεξούσιο που βρίσκεται στην Ελλάδα (π.χ. δικηγόρο, συγγενή ή φίλο του ομογενούς) να υπογράψει έγγραφα, αιτήσεις και συμβόλαια στο όνομα του ομογενούς, χωρίς ο τελευταίος να πρέπει να πληρώσει μεγάλα έξοδα για να μεταβεί και να παραμείνει επί μακρόν στην Ελλάδα, ενέχει όμως και τυπικές ή διαδικαστικές δυσκολίες, αλλά και ουσιαστικούς κινδύνους. Είναι σαφές ότι η αγορά ή η πώληση ενός ακινήτου στην Ελλάδα, ή ολοκλήρωση μία οικογενειακής ή κληρονομικής υποθέσεως στο δικαστήριο ή στον συμβολαιογράφο, αλλά και η διευθέτηση χρηματικών συναλλαγών στην τράπεζα, γίνονται ταχύτερα με το πληρεξούσιο. Εκεί όμως που χρειάζεται προσοχή είναι η ορθή επιλογή του πληρεξουσίου προσώπου, που βρίσκεται στην Ελλάδα, ώστε ο ομογενής να είναι βέβαιος ότι ο πληρεξούσιός του στην Ελλάδα θα εκτελέσει τις εντολές που του έχει δώσει με το πληρεξούσιο, κατά τρόπον ακριβή, νόμιμο, ειλικρινή και εχέμυθο. Είναι πολλές οι περιπτώσεις που έχουν απασχολήσει τα δικαστήρια με πώληση ακινήτων του ομογενούς, από τον πληρεξούσιό του π.χ. συγγενή, που είτε δεν πώλησε το σωστό ακίνητο, είτε δεν έλαβε το πλήρες τίμημα της πωλήσεως, είτε δεν απέστειλε τα χρήματα στο εξωτερικό όπου βρίσκεται ο ομογενής, είτε δεν παρακολούθησε σωστά την υπόθεση στην Ελλάδα, η οποία εξελίχθηκε διαφορετικά από την επιθυμία του ομογενούς που έστειλε το πληρεξούσιο. Τα πληρεξούσια που συντάσσονται εκτός Ελλάδος συνήθως υπογράφονται στο Προξενείο της Ελλάδος. Μπορεί όμως να υπογραφούν και σε τοπικό συμβολαιογράφο, υπό προϋποθέσεις, αναλόγως της κάθε χώρας. Στην Αυστραλία, εκτός από τα αρκετά Προξενεία της Ελλάδος, υπάρχει παντού ένας notary, στον οποίο μπορεί να υπογραφεί πληρεξούσιο και αφού επισυναφθεί η Αποστίλλη (Apostille, Convention of the Hague of 5 October 1961), το πληρεξούσιο αποστέλλεται στην Ελλάδα για χρήση. Το Προξενείο της Ελλάδος έχει γνώση για το περιεχόμενο των βασικών πληρεξουσίων, αν όμως το πληρεξούσιο συντάσσεται εκτός Προξενείου, σε συμβολαιογράφο, το κείμενο πρέπει να έχει σταλεί από την Ελλάδα με πάσα ακρίβεια. Αποστίλλη χρειάζεται το πληρεξούσιο και αν γίνει σε συμβολαιογράφο στο Ηνωμένο Βασίλειο, στις ΗΠΑ, στη Νότιο Αφρική και σε πολλές άλλες χώρες. Το πληρεξούσιο όμως που θα υπογραφεί στον Καναδά, εφόσον δεν γίνει στο Προξενείο, αλλά σε συμβολαιογράφο, δεν παίρνει Αποστίλλη, αλλά πρέπει να έχει την επικύρωση του Προξενείου. Μεγάλη σημασία έχει το περιεχόμενο του πληρεξουσίου, διότι αυτό περιλαμβάνει ρητώς και εγγράφως τις εντολές προς τον πληρεξούσιο, για πώληση, αγορά, δωρεά ή γονική παροχή ακινήτων, για λήψη ΑΦΜ στην εφορία στην Ελλάδα (και λήψη κλειδαρίθμου, πλέον, για ηλεκτρονική υποβολή φορολογικής δηλώσεως), για κάθε πράξη στην εφορία, για το Κτηματολόγιο, για μισθώσεις, αλλά και για ενέργειες στις τράπεζες, οπότε θα πρέπει στο πληρεξούσιο να αναφέρεται η επωνυμία της τράπεζας στην Ελλάδα, ο αριθμός του τραπεζικού λογαριασμού και με ακρίβεια οι ενέργειες που πρέπει να εκτελεσθούν, όπως ανάληψη χρημάτων, ή απλώς εντολή να αποσταλούν στο εξωτερικό, πληροφόρηση περί του υπολοίπου του τραπεζικού λογαριασμού, ρευστοποίηση ομολόγων, αμοιβαίων κεφαλαίων κλπ. Ο ομογενής για να υπογράψει πληρεξούσιο πρέπει να έχει μαζί του ένα έγκυρο (μη ληγμένο) διαβατήριο (ή την ελληνική του ταυτότητα εάν υπογράφει στο Προξενείο) και πρέπει να μην υπογράψει εάν πριν δεν διαβάσει ή ακούσει με προσοχή το κείμενο που πρόκειται να υπογράψει και πριν βεβαιωθεί ότι έχει καταλάβει καλά τις εντολές που δίνει στον πληρεξούσιό του στην Ελλάδα. Καλό είναι στο πληρεξούσιο να επισυνάπτεται και φωτοτυπία του διαβατηρίου του, για χρήση στην εφορία και σε άλλες υπηρεσίες στην Ελλάδα. Μετά την αποστολή του πληρεξουσίου στο έμπιστο πρόσωπο στην Ελλάδα, ο ομογενής από το εξωτερικό πρέπει να παρακολουθεί την εξέλιξη της υποθέσεώς του, για να επιβεβαιώνει ότι το πληρεξούσιο χρησιμοποιείται με τον σωστό τρόπο. Εάν ο ομογενής αδυνατεί να παρακολουθήσει την υπόθεση στην Ελλάδα, λόγω ασθενείας, μεγάλης ηλικίας ή απουσίας του σε ταξείδι, καλό είναι να αναθέτει σε κάποιον συγγενή ή φίλο την παρακολούθηση της υποθέσεως στην Πατρίδα. Τέλος, μεγίστη σημασία έχει η άμεση επιβεβαίωση ότι το ακίνητο του ομογενούς επωλήθη στην επιθυμητή τιμή και ότι τα χρήματα από την πώληση είτε κατατέθηκαν στον λογαριασμό του ομογενούς στην Ελλάδα, είτε εστάλησαν στην τράπεζά του στο εξωτερικό, είτε χρησιμοποιήθηκαν για τον σκοπό τον οποίο είχε αναθέσει στον πληρεξούσιό του. *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Παραγραφή αποζημίωσης από απαλλοτρίωση

Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Η ιδιωτική περιουσία στην Ελλάδα προστατεύεται από το νόμο, το Σύνταγμα και τις διεθνείς συμβάσεις κατά τρόπο σαφή και αποτελεσματικό. Στην ιδιωτική περιουσία περιλαμβάνεται κυρίως η ακίνητη περιουσία, την οποία το κράτος δεν μπορεί να αφαιρέσει από τον ιδιώτη – ιδιοκτήτη αυτής, παρά μόνο για λόγους δημοσίου συμφέροντος στην περίπτωση της απαλλοτρίωσης. Αλλά και στην απαλλοτρίωση, το κράτος πρέπει να αποζημιώσει εντός 18 μηνών τον ιδιοκτήτη για το ακίνητο που του αφαιρεί. Εάν δεν καταβληθεί η αποζημίωση, η απαλλοτρίωση μπορεί να ακυρωθεί με απόφαση δικαστηρίου και το ακίνητο να επιστρέψει στην κυριότητα του ιδιοκτήτη του. Τα ανωτέρω δικαιώματα του ιδιοκτήτη του ακινήτου που απαλλοτριώνεται από οιαδήποτε κρατική αρχή δεν διαρκούν ες αεί. Έχουν χρόνο λήξεως, που νομικώς ονομάζεται παραγραφή. Συγκεκριμένα, όταν διαπιστώσει ότι το ακίνητό του απαλλοτριώνεται, ο ιδιοκτήτης πρέπει είτε να αποδεχθεί την προτεινόμενη τιμή μονάδος για αποζημίωση που του δίνει το κράτος, είτε να προσφύγει στο δικαστήριο για να ζητήσει μεγαλύτερη αποζημίωση. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να αναγνωρισθεί από το δικαστήριο ως κύριος του ακινήτου για να μπορεί να λάβει την όποια αποζημίωση, είτε εκείνη που ορίζει το κράτος, είτε την αυξημένη που μπορεί να του ορίσει το δικαστήριο. Εάν ούτε ο ιδιοκτήτης, ούτε οι κληρονόμοι του ασκήσουν τα δικαιώματά τους όταν το ακίνητό τους απαλλοτριώνεται, για διάστημα άνω των είκοσι (20) ετών, είναι πολύ πιθανόν να διαπιστώσουν ότι τα δικαιώματά τους έχουν πλέον παραγραφεί και ότι κατά συνέπεια έχουν χάσει τόσο την κυριότητα του ακινήτου, που απαλλοτριώθηκε και έγινε δημόσιος δρόμος, πλατεία κλπ., όσο και το δικαίωμα προς αποζημίωση. Μία τέτοια υπόθεση αντιμετώπισε ο Άρειος Πάγος στην υπ’ αριθ. 138/2012 απόφασή του. Στον Δήμο Παλαιού Φαλήρου Αττικής, ορισμένες ιδιοκτησίες στην θέση "Βουρλοπόταμος ή Πικροδάφνη απαλλοτριώθηκαν για να εφαρμοσθεί το ρυμοτομικό σχέδιο και για να διανοιχθεί η λεωφόρος Ελευθερίου Βενιζέλου. Μέχρι το 2008, ο ιδιοκτήτης αρχικώς και οι κληρονόμοι του αργότερα, δεν είχαν προβεί στις απαιτούμενες νομικές ενέργειες στο δικαστήριο για την διεκδίκηση της ιδιοκτησίας τους ή της αποζημίωσης για την απώλειά της με απαλλοτρίωση. Μόνο το έτος 1989 είχαν υποβάλει μία αίτηση στον Δήμο, την οποία όμως ο Άρειος Πάγος (και το Εφετείο) δεν θεώρησαν ως όχληση επαρκή για να διακόψει την εικοσαετή παραγραφφή. Όταν το 2008 οι κληρονόμοι του αρχικού ιδιοκτήτη άσκησαν τελικώς διεκδικητική αγωγή και αγωγή αποζημίωσης, ο Δήμος υπέβαλε ένσταση παραγραφής, διότι από την απαλλοτρίωση είχαν περάσει πάνω από είκοσι χρόνια, δηλ. από το 1978 έως το 2008 είχαν παρέλθει τριάντα χρόνια. Το δικαστήριο εδέχθη την ένσταση με αποτέλεσμα να απορριφθεί η αγωγή. Το τελευταίο δικαίωμα που απέμενε στους ιδιοκτήτες που δεν μπορούσαν πλέον να κερδίσουν την κυριότητα του ακινήτου, ήταν η διεκδίκηση αποζημίωσης για την απώλεια του ακινήτου τους. Κατά το νόμο το δικαίωμα αποζημίωσης δημιουργείται όταν διαπιστωθεί ότι κάποιος απώλεσε την κυριότητα ακινήτου, μεταξύ άλλων και λόγω παραγραφής. Η άσκηση του δικαιώματος αποζημίωσης πρέπει να γίνει εντός πέντε ετών, άλλως παραγράφεται κι αυτό. Σε κάθε περίπτωση όμως το δικαίωμα αποζημίωσης παραγράφεται μετά την πάροδο είκοσι ετών από την χρονική στιγμή που τελέσθηκε η αδικοπραξία, δηλαδή στην προκείμενη υπόθεση από την κατάληψη του ιδιωτικού ακινήτου από τον Δήμο το έτος 1978. Αποτέλεσμα είναι ότι το 2008 που ασκήθηκε η αγωγή είχαν παρέλθει πολύ περισσότερα των είκοσι των, με νομική συνέπεια οι κληρονόμοι να απωλέσουν και το δικαίωμα αποζημίωσης. Το συμπέρασμα είναι ότι κάθε ιδιοκτήτης ακινήτου, είτε μένει στην Ελλάδα, είτε στο εξωτερικό, πρέπει να παρακολουθεί το ακίνητό του, έστω ανά διαστήματα ολίγων ετών. Ο νόμος παρέχει περιθώριο είκοσι ετών για την διαπίστωση της προσβολής του δικαιώματος και την δικαστική διεκδίκησή του. Αν το χρονικό αυτό διάστημα της εικοσαετίας παρέλθει, το δικαίωμα του ιδιοκτήτη στην κυριότητα παραγράφεται. *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Επείγουσα προθεσμία για το Κτηματολόγιο

Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Όλοι όσοι έχουν ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα πρέπει να γνωρίζουν περί του Κτηματολογίου, στο οποίο δηλώνουν τα δικαιώματά τους. Κτηματολόγιο δεν υπάρχει ακόμα σε όλες τις περιοχές της Ελλάδος. Υπάρχει, ωστόσο, στις πιο πολλές και συντόμως θα δημιουργηθεί σε ακόμη περισσότερες. Το Κτηματολογικό Γραφείο είναι η σύγχρονη μορφή του Υποθηκοφυλακείου. Όπου δεν έχει ακόμη ιδρυθεί Κτηματολογικό Γραφείο, λειτουργεί το Υποθηκοφυλακείο. Είτε στο ένα, είτε στο άλλο, καταγράφονται και αρχειοθετούνται όλα τα συμβόλαια που αφορούν ακίνητα στην Ελλάδα, οι ιδιοκτήτες των ακινήτων και άλλες πληροφορίες. Σε κάθε μέρος της Ελλάδος που δημιουργείται Κτηματολόγιο, κατά την πρώτη φάση του έργου, ζητείται από όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων να δηλώσουν τα συμβόλαιά τους, που αποδεικνύουν ότι έχουν εμπράγματα δικαιώματα. Ακολουθεί η δεύτερη φάση του έργου, όπου γίνεται η πρώτη ανάρτηση των δικαιωμάτων, ώστε οι ενδιαφερόμενοι να επιβεβαιώσουν ότι το ακίνητό τους φαίνεται σωστά δηλωμένο στο δικό τους όνομα, στην ορθή επιφάνεια, θέση κλπ. Εάν κατά την γνώμη ενός ιδιοκτήτη, η πρώτη ανάρτηση έχει λάθη, δικαιούται να υποβάλει ένσταση, ώστε να αποδείξει πού ακριβώς έχει γίνει το λάθος. Δεν λείπουν βεβαίως οι περιπτώσεις όπου το ίδιο ακίνητο, ή μέρος του ίδιο ακινήτου δηλώνεται από περισσότερους του ενός ιδιοκτήτες και τότε η υπόθεση μπορεί να οδηγηθεί ακόμα και στα δικαστήρια. Από την Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013 ξεκινάει η ανάρτηση των δικαιωμάτων επί ακινήτων στις πόλεις της Έδεσσας, Κατερίνης, Κοζάνης, Πολυγύρου και Φλώρινας. Από τις 11 Σεπτεμβρίου λαμβάνει χώρα η ανάρτηση στον Δήμο Θεσσαλονίκης. Η προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι ιδιοκτήτες ακινήτων στις περιοχές αυτές πρέπει να επιβεβαιώσουν ότι το ακίνητό τους έχει δηλωθεί σωστά είναι δύο μήνες. Για τους κατοίκους εξωτερικού η προθεσμία είναι τέσσερεις μήνες. Πρέπει επομένως όλοι οι δικαιούχοι ακινήτων στις άνω περιοχές να επικοινωνήσουν με τον εκπρόσωπό τους στην Ελλάδα για να επιβεβαιώσουν ότι τα έγγραφα που τους έχει στείλει το Κτηματολόγιο περιγράφουν σωστά το ακίνητό τους. Εάν δεν είναι σωστή η περιγραφή, πρέπει να υποβάλουν ένσταση εντός της προθεσμίας. Αυτό γίνεται για όσους έχουν ήδη δηλώσει αρχικώς το ακίνητό τους. Εάν δεν έχουν δηλώσει καθόλου στις άνω περιοχές το ακίνητό τους, μπορούν να το κάνουν και τώρα και πρέπει να συμπληρώσουν τις δηλώσεις του Κτηματολογιου, ακολουθώντας τις σαφείς οδηγίες. Εάν δεν μπορούν να το κάνουν οι ίδιοι, πρέπει να συμβουλευθούν κάποιον που γνωρίζει να ερμηνεύει συμβόλαια ακινήτων και να συντάσσει τις σχετικές δηλώσεις. Εκτός όμως των ανωτέρω περιοχών, κάθε ιδιοκτήτης ακινήτου σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Ελλάδος πρέπει να είναι σίγουρος είτε ότι έχει δηλώσει και έχει καταγραφεί σωστά το ακίνητό του, είτε ότι στην περιοχή του δεν έχει αρχίσει ακόμα η διαδικασία του Κτηματολογίου. Εάν κάποιος δεν δηλώσει το ακίνητό του στο Κτηματολόγιο, μετά από μερικά χρόνια χάνει το ακίνητό του και έχει δικαίωμα μόνο σε αποζημίωση. *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Αν ο γάμος ακυρωθεί, το τέκνο γίνεται εξώγαμο;

. Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Η συγγένεια του παιδιού με τη μητέρα του και τους συγγενείς της ιδρύεται με μόνη τη γέννηση, εφόσον είναι σαφές και μη επιδεχόμενο αμφισβητήσεως το ποιά είναι η μητέρα του τέκνου. Αντιθέτως, η συγγένεια με τον πατέρα και γενικώς με την πατρική γραμμή δημιουργείται κατά το νόμο είτε από το γεγονός του γάμου του πατέρα με την μητέρα, είτε από την αναγνώριση (εκουσίως ή δικαστικώς) του τέκνου από τον πατέρα, όταν δεν υπάρχει γάμος. Με το διαζύγιο, δηλ. με την λύση του γάμου των γονέων ουδεμία αμφισβήτηση δημιουργείται για το ποιος είναι ο πατέρας του τέκνου, αφού και μετά το διαζύγιο, πατέρας εξακολουθεί βεβαίως να θεωρείται ο σύζυγος της μητέρας κατά την γέννηση του τέκνου. Εκτός όμως από το διαζύγιο, ο γάμος μπορεί να παύσει να υφίσταται και με την δικαστική ακύρωσή του. Ο γάμος π.χ. ακυρώνεται αν εκ των υστέρων αποκαλυφθεί ότι κάποιος εκ των συζύγων έχει τελέσει διγαμία, δηλ. ήταν ακόμα παντρεμένος όταν τέλεσε τον δεύτερο γάμο, ο οποίος γι’αυτό τον λόγο ακυρώνεται. Τι γίνεται όμως με την νομική θέση των παιδιών που έχουν γεννηθεί από τον γάμο που αργότερα ακυρώνεται; Μήπως μετά την ακύρωση του γάμου, τα τέκνα θα θεωρηθούν εξώγαμα; Μήπως θα αμφισβητηθεί ποιός είναι ο πατέρας τους ή θα διακοπεί ο νομικός δεσμός μεταξύ αυτών και του συζύγου της μητέρας τους, την στιγμή που ο άνδρας αυτός θεωρείται ότι τελικώς δεν ήταν σύζυγος της μητέρας τους; Τίποτα από τα παραπάνω δεν συμβαίνει. Παρά την ακύρωση του γάμου, τα τέκνα που έχουν γεννηθεί παραμένουν τέκνα εντός γάμου και η συγγένειά τους με τον πατέρα τους διατηρείται. Στην υπ’ αριθ. 17486/2008 απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης έκρινε υπόθεση στην οποία οι σύζυγοι τέλεσαν μεταξύ τους γάμο το έτος 1998. Το 2001 όμως ο γάμος αυτός ακυρώθηκε διότι απεδείχθη ότι η σύζυγος είχε τελέσει διγαμία, ήταν δηλαδή ήδη παντρεμένη το 1998, όταν τέλεσε δεύτερο γάμο, χωρίς να έχει λυθεί ο πρώτος γάμος της. Μετά την ακύρωση του γάμου, ο σύζυγος άσκησε αγωγή προσβολής της πατρότητος του τέκνου τους που είχε γεννηθεί εντός γάμου, το 1999, ισχυριζόμενος ότι το τέκνο δεν είναι δικό του. Η αγωγή αυτή απορρίφθηκε πρωτοδίκως, αφού δύο ιατρικές πραγματογνωμοσύνες συμπέραναν ότι το τέκνο ήταν δικό του. Ακολούθως, η μητέρα του τέκνου άσκησε αγωγή διατροφής κατά του πρώην συζύγου της και πατέρα του παιδιού της, για λογαριασμό του ανηλίκου τέκνου τους. Ο πατέρας, μεταξύ άλλων, ισχυρίσθηκε ότι ούτως ή άλλως ο γάμος τους είχε ακυρωθεί το 2001, όπως επίσης ότι η απόφαση που απέρριπτε την αγωγή του για προσβολή της πατρότητος ήταν μόνο πρωτόδικη και όχι αμετάκλητη, είχε δηλ. ακόμα δικαίωμα να ασκήσει έφεση και γι’ αυτό ζήτησε την αναστολή εκδόσεως αποφάσεως επί της διατροφής μέχρι να καταστεί αμετάκλητη η απόφαση περί της πατρότητος ή μη του τέκνου. Το Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, αφού σημείωσε ότι έφεση δεν είχε ακόμη ασκηθεί, απέρριψε το αίτημα για αναστολή της δίκης για την διατροφή, με το σκεπτικό ότι το γεγονός ότι ο γάμος είχε ακυρωθεί το 2001 ουδεμία επίδραση είχε στο ζήτημα της πατρότητος του τέκνου, διότι ούτως ή άλλως ακόμη και μετά την ακύρωση του γάμου, το τέκνο εξακολουθεί να θεωρείται τέκνο εντός γάμου και ο πρώην σύζυγος εξακολουθεί νομικά να θεωρείται πατέρας του παιδιού. Η διάταξη νόμου που εδώ κυρίως ενδιαφέρει είναι το άρθρο 1382 του Αστικού Κώδικα, κατά το οποίο η ακύρωση του γάμου δεν επιδρά στη νομική θέση των τέκνων που αποκτήθηκαν από αυτόν, τα οποία διατηρούν την ιδιότητα τέκνων γεννημένων σε γάμο. *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Τα κληρονομικά μερίδια στο ελληνικό δίκαιο

Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Κατά το ελληνικό δίκαιο, εφόσον δεν υπάρχει διαθήκη (εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή), ο κληρονομούμενος κληρονομείται από τους πλησιέστερους συγγενείς του σύμφωνα με προκαθορισμένα από το νόμο ποσοστά. Για να ισχύσουν τα κατωτέρω αναφερόμενα ποσοστά κατά τα οποία έκαστος κληρονομεί, πρέπει ο κληρονομούμενος να είχε την ελληνική ιθαγένεια. Την ελληνική ιθαγένεια την αποκτά κάποιος κυρίως με την γέννησή του, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, από έναν τουλάχιστον Έλληνα γονέα και δεν την χάνει, ακόμα κι αν αποκτήσει υπηκοότητα και άλλης χώρας, εφόσον δεν υπάρξει υπουργική απόφαση στην Ελλάδα που να του αποστερεί ειδικώς την ελληνική ιθαγένεια. Ελληνική ιθαγένεια αποκτούν και γεννημένοι εκτός Ελλάδος, εφόσον αποδεικνύουν ότι είναι τέκνα, εγγόνια ή και δισέγγονα Έλληνα πολίτη, που είχε γεννηθεί στην Ελλάδα και είναι εγγεγραμμένος ή εγγεγραμμένη σε δημοτολόγιο ή μητρώο αρρένων σε κάποιον Δήμο στην Ελλάδα. Εφόσον συνεπώς κατά τον χρόνο θανάτου ο κληρονομούμενος είχε την ελληνική ιθαγένεια, ανεξαρτήτως βεβαίως του φύλου του, αλλά και του φύλου των κληρονόμων, κληρονομείται ως εξής (εφόσον δεν άφησε διαθήκη): Εάν ο θανών ή η θανούσα άφησε σύζυγο και παιδιά, ο επιζών σύζυγος κληρονομεί το ένα τέταρτο (1/4 ή 25%) επί κάθε περιουσιακού στοιχείου του θανόντος συζύγου του, αλλά και επί των χρεών αυτού, ενώ τα παιδιά κληρονομούν τα τρία τέταρτα (3/4 ή 75%)) των περιουσιακών στοιχείων και των χρεών του. Ο σύζυγος κληρονομεί πάντα και το λεγόμενο νομικά στην Ελλάδα «εξαίρετο», που συνήθως είναι έπιπλα, οικογενειακά αντικείμενα κλπ. Εάν λοιπόν ο θανών άφησε σύζυγο και δύο παιδιά, κληρονομείται κατά το 1/4 ή 2/8 από τον σύζυγο και από 3/8 από το κάθε ένα από τα δύο παιδιά. Αν τα παιδιά είναι τρία, λαμβάνουν έκαστο από 1/4 της κληρονομίας, Αν είναι τέσσερα, λαμβάνουν 3/16 έκαστο κ.ο.κ. Εάν ο θανών ή η θανούσα άφησε μόνο τέκνα και όχι σύζυγο, χωρίς διαθήκη, το κάθε παιδί κληρονομεί ίσο μερίδιο. Εάν ο κληρονομούμενος άφησε σύζυγο, αλλά όχι τέκνα, κληρονομείται κατά 50% (1/2) από τον σύζυγο, ενώ κατά το άλλο 50% (1/2) κληρονομείται από αδέλφια του, ή από τέκνα προαποβιωσάντων αδελφών (ανήψια). Εάν δεν άφησε σύζυγο ούτε τέκνα, κληρονομείται ισομερώς από γονείς, αδέλφια ή τέκνα αδελφών, ισομερώς. Εάν άφησε σύζυγο και δεν υπάρχουν αδέλφια, ούτε τέκνα ή εγγόνια τους, λαμβάνει 50% ο σύζυγος και 50% παππούδες ή γιαγιάδες του θανόντος, ή τέκνα ή εγγόνια αυτών. Εάν δεν υπάρχουν αδέλφια ή παππούδες και γιαγιάδες, ούτε προπαπούδες ή προγιαγιάδες του θανόντος και δεν έχει παιδιά, αλλά μόνο σύζυγο, ο σύζυγος λαμβάνει το 100%. Αν δεν υπάρχει ούτε σύζυγος, ούτε οι ανωτέρω αναφερόμενοι συγγενείς, κληρονομεί το ελληνικό δημόσιο. Εάν ο κληρονομούμενος άφησε διαθήκη, στην οποία δεν αναφέρει σύζυγο ή τέκνα του, οι τελευταίοι δικαιούνται πάντα νομίμου μοίρας, δηλαδή το μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας τους. Δηλαδή, εάν η θανούσα άφησε σύζυγο και ένα παιδί και με διαθήκη της αφήνει στο παιδί τους το 100% της περιουσίας της, ο σύζυγός της, ακόμα κι αν δεν αναφέρεται καθόλου στην διαθήκη, δικαιούται, εάν το επιθυμεί, να λάβει το 1/8 της κληρονομίας, δηλ. το μισό του 1/4 που θα ελάμβανε εάν δεν υπήρχε διαθήκη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εάν με διαθήκη ο κληρονομούμενος άφησε όλη την περιουσία του σε τρίτο, μη συγγενικό πρόσωπο, ενώ άφησε δύο παιδιά και όχι σύζυγο, το κάθε ένα από τα δύο παιδιά του δικαιούται να αξιώσει νόμιμη μοίρα που ανέρχεται σε 1/4 της κληρονομίας, διότι αυτό είναι το μισό του 1/2, που έκαστο των δύο τέκνων θα ελάμβανε εάν δεν υπήρχε διαθήκη. *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr