Monday, May 25, 2015

Αναγνώριση αλλοδαπής απόφασης στην Ελλάδα

Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Πολλοί Έλληνες ομογενείς έχουν λύσει τον γάμο τους, έχουν δηλαδή λάβει διαζύγιο με δικαστική απόφαση που έχει εκδοθεί από δικαστήριο σε χώρα του εξωτερικού. Συχνά, οι ενδιαφερόμενοι επιθυμούν να μεταφέρουν τα νομικά αποτελέσματα της αλλοδαπής δικαστικής αποφάσεως διαζυγίου και στην Ελλάδα. Για να γίνει αυτό, όταν η δικαστική απόφαση διαζυγίου έχει εκδοθεί από δικαστήριο στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και άλλες χώρες, πρέπει να κατατεθεί αίτηση σε δικαστήριο στην Ελλάδα και να γίνει μία σύντομη δίκη, στην οποία θα εκτεθούν όλα τα στοιχεία της αλλοδαπής αποφάσεως διαζυγίου, ώστε το ελληνικό πλέον δικαστήριο να εκδώσει απόφαση, διά της οποίας θα αναγνωρίζεται η ισχύς και στην Ελλάδα της αποφάσεως διαζυγίου που έχει εκδοθεί στο εξωτερικό. Για να γίνει το δικαστήριο στην Ελλάδα και να αναγνωρισθεί το δεδικασμένο και η ισχύς της αλλοδαπής αποφάσεως διαζυγίου πρέπει να προσκομισθεί η αλλοδαπή απόφαση, επικυρωμένη και με την σφραγίδα Apostille – Επισημείωση της Χάγης, όταν προέρχεται από τις ΗΠΑ και την Αυστραλία, ενώ δεν χρειάζεται Apostille, όταν προέρχεται από τον Καναδά, οπότε πρέπει να έχει επικυρωθεί από το Προξενείο της Ελλάδος στον Καναδά ή από το Προξενείο το Καναδά στην Ελλάδα. Πρέπει επίσης να προσκομισθεί σχετική βεβαίωση του δικαστηρίου της αλλοδαπής, που εξέδωσε την απόφαση διαζυγίου, (αν δεν αναφέρεται στο ίδιο το κείμενο της αποφάσεως), ότι η απόφαση είναι αμετάκλητη (final), ή ότι δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί με ένδικα μέσα (it cannot be challenged anymore), ή ότι η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων έχει παρέλθει (the time limit to challenge it has expired), ή κάτι παρόμοιο, καθώς η κάθε γραμματεία ή ο κάθε δικαστής και το δικαστήριο κάθε χώρας έχει διαφορετικό τυπικό κείμενο, με το οποίο πιστοποιούν το ίδιο γεγονός, ότι δηλ. η απόφαση διαζυγίου δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί με ένδικα μέσα. Τόσο η αλλοδαπή δικαστική απόφαση, όσο και η βεβαίωση ότι πρόκειται περί αμετάκλητης αποφάσεως, πρέπει να προσκομίζονται σε επίσημη μετάφραση στην ελληνική, είτε από το Υπουργείο Εξωτερικών (μεταφραστική υπηρεσία), είτε από δικηγόρο στην Ελλάδα, που γνωρίζει την γλώσσα στην οποία είναι γραμμένη η αλλοδαπή απόφαση. Στην υπ΄αριθ. 169/2013 απόφασή του το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά έκρινε υπόθεση αναγνώρισης δεδικασμένου αποφάσεως διαζυγίου από αλλοδαπή αρχή, που δεν ήταν δικαστήριο. Συγκεκριμένα, με την αίτηση ζητήθηκε από το ελληνικό δικαστήριο να αναγνωρίσει το δεδικασμένο της αποφάσεως του Ληξιάρχου μίας περιοχής της Μόσχας της Ρωσίας, για την λύση το έτος 2010 ενός γάμου που είχε τελεσθεί στην Μόσχα το 2008. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στην εν λόγω υπόθεση είναι ότι η λύση του γάμου που αποφασίζεται κοινή συναινέσει και από τον οποίον δεν έχουν γεννηθεί παιδιά, κατά το νόμο στην Ρωσία, απαγγέλλεται όχι με δικαστική απόφαση, αλλά με απόφαση του τοπικού Ληξιάρχου. Δεν πρόκειται δηλαδή για δικαστική, αλλά για διοικητική απόφαση από αρχή του εξωτερικού. Η νομολογία στην Ελλάδα φαίνεται ότι έχει την κατεύθυνση να είναι δυνατή η αναγνώριση της αλλοδαπής αποφάσεως διαζυγίου από ελληνικό δικαστήριο ακόμα και αν η λύση του γάμου στο εξωτερικό έχει επέλθει όχι με απόφαση δικαστηρίου, αλλά με απόφαση άλλης αρχής, αρκεί η συγκεκριμένη αρχή να είχε δικαιοδοσία και αρμοδιότητα να αποφασίσει την λύση του γάμου, σύμφωνα με το δίκαιο της χώρας του εξωτερικού. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr

Sunday, May 17, 2015

Δηλώνουμε την σωστή διεύθυνση μας στα δικαστήρια

Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Κάθε πολίτης που προσφεύγει στα δικαστήρια στην Ελλάδα, ή που εναντίον του ασκείται κάποια αγωγή, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ή άλλο δικόγραφο, πρέπει να αναγράφει στα έγγραφα που καταθέτει στο δικαστήριο την ακριβή διεύθυνσή του. Οι διάδικοι οφείλουν να αναγράφουν στα δικόγραφά τους την ακριβή διεύθυνση της κατοικίας τους (πόλη, οδό και αριθμό), κάθε δε μεταβολή της διευθύνσεως πρέπει να γνωστοποιείται με τα δικόγραφα που κοινοποιούνται εκατέρωθεν ή με τις προτάσεις ή με χωριστό δικόγραφο που κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση. Αν ο διάδικος που κέρδισε την δίκη επιδώσει την απόφαση που εξέδωσε το δικαστήριο στην διεύθυνση που ο αντίδικος έχει αναγράψει στα δικόγραφά του, η επίδοση θεωρείται σωστή και από την επομένη ημέρα της επιδόσεως αρχίζει να μετράει η προθεσμία για την άσκηση εφέσεως, ή άλλου ενδίκου μέσου. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει σημασία αν ο διάδικος δεν διαμένει πραγματικά στην διεύθυνση όπου έγινε η επίδοση, επειδή έχει αλλάξει κατοικία. Αν δεν το έχει δηλώσει στα δικόγραφα στο δικαστήριο, δηλαδή με τις προτάσεις του ή με ξεχωριστό δικόγραφο που να το έχει επιδώσει στον αντίδικό του, η επίδοση που ο αντίδικος κάνει στην παλαιά διεύθυνσή του είναι έγκυρη, διότι η νέα διεύθυνση δεν έχει δηλωθεί στο δικαστήριο και δεν έχει γνωστοποιηθεί στον αντίδικο. Στην υπ’ αριθ. 1684/2014 απόφασή του ο Άρειος Πάγος έκρινε υπόθεση, στην οποία το Εφετείο εξέδωσε την απόφασή του, η οποία επιδόθηκε στον ηττηθέντα διάδικο στις 5 Φεβρουαρίου 2013. Η επίδοση έγινε σε χωριό στο Νομό Λαρίσης, όπου είχε δηλώσει ότι είναι η κατοικία του. Ο ηττηθείς διάδικος, ως κάτοικος Ελλάδος, είχε προθεσμία να ασκήσει αναίρεση ενώπιον του Αρείου Πάγου τριάντα ημερών, με έναρξη της τριακονθήμερης προθεσμίας την επομένη της επιδόσεως, δηλ. την 6η Φεβρουαρίου 2013. Αν ο ηττηθείς διάδικος ήταν κάτοικος εξωτερικού, η προθεσμία για αναίρεση θα ήταν ενενήντα ημέρες από την επίδοση. Η προθεσμία συνεπώς των τριάντα ημερών έληγε στις 7 Μαρτίου 2013. Ο ηττηθείς διάδικος δεν κατέθεσε αναίρεση εντός αυτής της προθεσμίας, αλλά την κατέθεσε πολύ αργότερα, στις 29 Απριλίου 2013. Όταν η αναίρεση εξετάσθηκε από τον Άρειο Πάγο, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι ήταν εκπρόθεσμη, διότι είχε ασκηθεί μετά την πάροδο της τριακονθήμερης προθεσμίας από την επίδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως. Ο ηττηθείς διάδικος, που είχε ασκήσει την αναίρεση, ισχυρίσθηκε ότι η κατοικία του δεν ήταν πλέον το χωριό στο Νομό Λαρίσης, αλλά η πόλη Φιλιππούπολη, στην Βουλγαρία και επομένως, η επίδοση της αποφάσεως στο χωριό του Νομού Λαρίσης δεν ήταν έγκυρη. Ο Άρειος Πάγος απάντησε ότι εφόσον ο διάδικος δεν είχε δηλώσει στο δικαστήριο και στον αντίδικο την νέα του διεύθυνση στην Βουλγαρία, η άλλη πλευρά δεν ήταν δυνατόν να γνωρίζει ότι είχε αλλάξει κατοικία και χώρα και συνεπώς, ορθώς και εγκύρως του επέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση στο χωριό στο Νομό Λαρίσης, όπου ήταν η κατοικία του σύμφωνα με τα δικόγραφα που κατέθετε επί επτά χρόνια που είχε διαρκέσει η αντιδικία. Συμπερασματικώς, ο Άρειος Πάγος αποφάσισε ότι η αναίρεση ήταν εκπρόθεσμη, ως ασκηθείσα μετά την πάροδο της τριακονθήμερης προθεσμίας, διότι η επίδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως είχε γίνει εγκύρως στην παλαιά διεύθυνση του διαδίκου, δεδομένου ότι πουθενά στις δίκες δεν είχε δηλώσει τη νέα του διεύθυνση στην Βουλγαρία. Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr

Κοινός Τραπεζικός Λογαριασμός

. Του Χρήστου Ηλιόπουλου* Όπως ισχύει και στις περισσότερες δυτικές χώρες έτσι και στην Ελλάδα, η ύπαρξη κοινού τραπεζικού λογαριασμού μεταξύ δύο ή περισσοτέρων προσώπων, σημαίνει ότι ανεξαρτήτως του ποιός εκ των συγκυρίων του κοινού λογαριασμού έχει κάνει όλες ή τις περισσότερες καταθέσεις, τα χρήματα που μπαίνουν στον κοινό λογαριασμό μπορούν να αναληφθούν από καθέναν εκ των συγκυρίων του κοινού λογαριασμού, στον οποίον η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να τα αποδώσει εφόσον της το ζητήσει. Σε περίπτωση θανάτου ενός εκ των συνδικαιούχων του κοινού λογαριασμού, τα χρήματα της καταθέσεως δύνανται να αναληφθούν από τον ή τους επιζώντες συνδικαιούχους και όχι από τους κληρονόμους του θανόντος συνδικαιούχου. Κατ΄αυτον τον τρόπο, αν υπάρχει κοινός λογαριασμός μεταξύ του Α, του Β και του Γ, μετά τον θάνατο του Α, το υπόλοιπο της καταθέσεως παραμένει στον λογαριασμό υπέρ των Β και Γ, οι οποίοι μπορούν να αναλάβουν τα χρήματα, όλα ή μέρος αυτών, κατά βούλησιν. Οι κληρονόμοι του Α δεν δύνανται να αξιώσουν από την τράπεζα να λάβουν το ποσό της καταθέσεως, εφόσον πρόκειται για κοινό λογαριασμό και υπάρχουν επιζώντες συγκύριοι αυτού. Κατά τον νόμο μάλιστα στην Ελλάδα, τα χρήματα του κοινού λογαριασμού μετά τον θανατο του Α πηγαίνουν στους επιζώντες συνδικαιούχους Β και Γ χωρίς υποχρέωση φόρου κληρονομίας, διότι εκείνοι τα λαμβάνουν όχι ως κληρονόμοι του Α, αλλά ως επιζώντες συνδικαιούχοι. Το ασυνήθιστο στοιχείο που προσέφεραν τα πραγματικά περιστατικά στην υπ’ αριθ. 1691/2014 απόφαση του Αρείου Πάγου είναι ότι στην υπόθεση αυτή ο Α διατηρούσε σε τράπεζα προθεσμιακή κατάθεση (ατομική, μόνο στο δικό του όνομα) ενός σεβαστού χρηματικού ποσού άνω των 200.000 ευρώ, έχοντας δώσει εντολή στην τράπεζα ότι κατά την λήξη της προθεσμίας, το ποσό της προθεσμιακής καταθέσεως, αλλά και οι τόκοι αυτού, να πιστωθούν σε κοινό λογαριασμό που διατηρούσε ο Α με την αδελφή του, Β. Πριν την λήξη της προθεσμιακής καταθεσεως, ο Α απεβίωσε. Κατά τον νόμο η εντολή του Α στην λήξη της προθεσμίας το υπόλοιπο της προθεσμιακής μαζί με τους τόκους να πιστωθεί στον κοινό λογαριασμό του Α και της αδελφής του, της Β, εξακολουθεί να ισχύει, παρά τον θάνατο του Α πριν την ημερομηνία λήξεως της προθεσμιακής. Η τράπεζα πράγματι κατά την λήξη της προθεσμιακής πίστωσε το ποσό αυτής και τους τόκους στον κοινό λογαριασμό του Α και της Β, όπως ήταν η εντολή του Α όταν είχε ανοίξει την ατομική του προθεσμιακή κατάθεση. Όταν όμως η Β ζήτησε από την τράπεζα να αναλάβει το ποσό του κοινού τραπεζικού λογαριασμού, στο όνομα αυτής και του αδελφού της Α, στο οποίο είχε προστεθεί και το μεγάλο ποσό από την προθεσμιακή του αδελφού της, η τράπεζα αρνήθηκε την καταβολή, ισχυριζόμενη ότι τα χρήματα ανήκαν στον κληρονόμο του Α. Η Β προσέφυγε στο δικαστήριο, όμως τόσο το Πρωτοδικείο, όσο και το Εφετείο απέρριψαν την αγωγή της. Όταν όμως η ίδια επέμεινε και άσκησε αναίρεση στον Άρειο Πάγο, το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι το Εφετείο είχε κάνει λάθος στην εφαρμογή του νόμου, διότι έπρεπε να είχε κρίνει υπέρ της αδελφής του Α, ήτοι της Β, η οποία αφού ήταν συνδικαιούχος του κοινού λογαριασμού, στον οποίο είχε πιστωθεί το ποσό της προθεσμιακής, μετά την λήξη της, η Β ως συνδικαιούχος, ήταν εκείνη που εδικαιούτο να αναλάβει το ποσό του κοινού λογαριασμού και όχι ο κληρονόμος του Α. *Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Master of Laws. www.greekadvocate.eu bm-bioxoi@otenet.gr ktimatologiolaw@yahoo.gr