Sunday, April 26, 2015
Κατεστραμμένη διαθήκη μπορεί να ισχύσει
Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
Εάν γνωρίζουμε ότι υπήρξε μία διαθήκη, την οποία όμως τώρα δεν την έχουμε πλέον στα χέρια μας, είτε διότι καταστράφηκε, είτε διότι έχει χαθεί, είτε διότι κάποιος την έχει και δεν την παραδίδει για δημοσίευση, υπάρχει τρόπος αυτή η διαθήκη να ισχύσει; Μπορεί μία διαθήκη που την έχουμε δει ότι υπήρχε, να ισχύσει όταν δεν την έχουμε πλέον στα χέρια μας;
Η απάντηση είναι ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, υπό προϋποθέσεις. Ο νόμος λέει ότι αν ένα έγγραφο χαθεί ή είναι δυσανάγνωστο ή καταστραφεί, μπορεί να αποδειχθεί ότι υπάρχει ή ποιό είναι το περιεχόμενό του. Έτσι και στην περίπτωση μίας διαθήκης που γνωρίζουμε ότι υπήρξε, την είχαμε διαβάσει και γνωρίζουμε το περιεχόμενό της, αλλά σήμερα δεν την έχουμε στα χέρια μας ή έχει καταστραφεί, μπορούμε να ζητήσουμε με δικαστική απόφαση να αναγνωρισθεί το περιεχόμενό της και να ισχύσει, έστω κι αν δεν την έχουμε ως έγγραφο.
Αυτό συμβαίνει διότι εάν μία διαθήκη καταστραφεί ή χαθεί από παράνομη πράξη κάποιου ή από τυχαίο γεγονός, το κύρος της διαθήκης δεν πλήττεται, εφόσον μπορούμε να αποδείξουμε τι ακριβώς έγραφε. Αν αποδείξουμε ποιές ακριβώς διατάξεις περιλάμβανε η διαθήκη, μπορεί κάποιος που βάσει αυτής κληρονομεί, να στηρίξει τα κληρονομικά του δικαιώματα στην εν λόγω διαθήκη, με την προϋπόθεση ότι μπορεί να αποδείξει τρία πράγματα:
Πρώτον ότι η διαθήκη που δεν έχουμε στα χέρια μας, αλλά γνωρίζουμε ότι υπήρξε, είχε συνταχθεί νομότυπα. Είχε δηλαδή γραφεί ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη, εφόσον ήταν ιδιόγραφη, είχε ημερομηνία ή μπορούσε να προσδιορισθεί πότε συνετάγη, είχε στο τέλος υπογραφή του διαθέτη και αυτό που έγραφε δεν ήταν αόριστο ή ακατάληπτο, αλλά αντιθέτως είχε νομική σημασία και μπορούσε να εφαρμοσθεί.
Δεύτερον, η διαθήκη έχει σήμερα χαθεί ή καταστραφεί από τυχαίο γεγονός ή από παράνομη πράξη και δεν απωλέσθηκε ή καταστράφηκε από ενέργεια του διαθέτη που μ' αυτόν τον τρόπο είχε πρόθεση να ανακαλέσει την διαθήκη. Εάν δηλαδή είχαμε διαβάσει το περιεχόμενο μίας διαθήκης, αυτή όμως σήμερα είναι κατεστραμμένη επειδή ο ίδιος ο διαθέτης την κατέστρεψε, δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε το περιεχόμενό της, διότι η καταστροφή της από τον διαθέτη είχε την έννοια την ανακλήσεώς της.
Τρίτον, η διαθήκη αυτή θα πρέπει να είχε συγκεκριμένο περιεχόμενο και με βάση αυτό να μπορεί κάποιος να διεκδικήσει κληρονομικά δικαιώματα.
Εάν ισχύουν οι τρεις ανωτέρω προϋποθέσεις, αυτός που ενδιαφέρεται να ισχύσει η διαθήκη, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο να βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση ότι υπάρχει ή υπήρξε διαθήκη, που είχε συνταχθεί κατά τους ορισμούς του νόμου, ότι η διαθήκη αυτή δεν είναι δυνατόν σήμερα να προσκομισθεί στο δικαστήριο, αλλά ότι παρά ταύτα, αποδεικνύεται ότι η διαθήκη αυτή είχε συγκεκριμένο περιεχόμενο και ότι όριζε ποιός κληρονομεί και τι, σε τι ποσοστό κλπ.
Στην υπ΄αριθ. 484/2013 απόφασή του ο Άρειος Πάγος έκρινε υπόθεση στην οποία δικηγόρος απεβίωσε και άφησε πλησιέστερους συγγενείς την μητέρα του, δύο αδελφούς και μία αδελφή. Ο θανών είχε συντάξει ιδιόγραφη διαθήκη, με όλα τα στοιχεία που απαιτεί ο νόμος για να ισχύσει, σύμφωνα με την οποία άφηνε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του στην αδελφή του, ενώ στα άλλα δύο αδέλφια του έγραφε ρητώς ότι δεν ήθελε να αφήσει τίποτα.
Την διαθήκη του αυτή παρέδωσε στην αδελφή του προς φύλαξη. Μετά τον θάνατό του η διαθήκη έγινε γνωστή και στα τρία αδέλφια του, που αρχικώς παραδέχθηκαν την ύπαρξή της, προέβησαν σε διάφορες συζητήσεις μεταξύ τους, συμφώνησαν περισσότερες από μία φορά να μεταβούν στο δικαστήριο για να την δημοσιεύσουν, όμως στο τέλος, ένας από τους αδελφούς πήρε το πρωτότυπο της διαθήκης και αρνήθηκε αργότερα να το παρουσιάσει. Μετά από κάποιο διάστημα μάλιστα οι δύο αδελφοί αρνήθηκαν εντελώς την ύπαρξη της διαθήκης.
Τα αδέλφια είχαν στο μεταξύ φωτοτυπικά αντίγραφα της πρωτότυπης διαθήκης και έτσι η αδελφή, που βάσει της διαθήκης κληρονομούσε τον αδελφό της, μπόρεσε να αποδείξει στο δικαστήριο ότι παρά το ότι δεν είχε στα χέρια της το πρωτότυπο της διαθήκης, το περιεχόμενο αυτής ήταν συγκεκριμένο και όριζε ότι η ίδια ήταν η μοναδική κληρονόμος.
Τόσο το Πρωτοδικείο, όσο και το Εφετείο δέχθηκαν την αγωγή της αδελφής και ανεγνώρισαν ότι υπήρξε διαθήκη που όριζε ότι κληρονόμος του θανόντος ήταν εκείνη. Ο Άρειος Πάγος επεκύρωσε τις δύο αποφάσεις των κατωτέρων δικαστηρίων και απέρριψε την αναίρεση των αδελφών.
Κατ΄αυτόν τον τρόπο ευρέθη νομική διαδικασία ώστε να ισχύσουν οι διατάξεις μίας ιδιόγραφης διαθήκης, παρά το γεγονός ότι η διαθήκη αυτή είχε χαθεί ή καταστραφεί και δεν μπορούσε να προσκομισθεί σε πρωτότυπο στο δικαστήριο για δημοσίευση.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος
είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
www.greekadvocate.eu
bm-bioxoi@otenet.gr
ktimatologiolaw@yahoo.gr
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment