Του Χρήστου Ηλιόπουλου*
18-12-2010
Για να είναι νομικώς ισχυρή μία δικαιοπραξία πρέπει και τα δύο μέρη, (πωλητής και αγοραστής) να έχουν ικανότητα δικαιοπραξίας, δηλαδή να μπορούν να αντιληφθούν το είδος της συναλλαγής που πραγματοποιούν, τις συνέπειες αυτής και τις βασικές περιστάσεις της υποθέσεως.
Όταν ένας εκ των συμβαλλομένων δεν είναι σε θέση, κυρίως λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής, να αντιληφθεί πλήρως τα βασικά στοιχεία της δικαιοπραξίας που επιχειρεί, η δικαιοπραξία είναι άκυρη.
Ο νόμος ορίζει: «Η δήλωση της βούλησης είναι άκυρη αν, κατά το χρόνο που έγινε, το πρόσωπο δεν είχε συνείδηση των πράξεών του ή βρισκόταν σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησής του».
Στην υπ’αριθ. 223/2008 απόφασή του ο Άρειος Πάγος εκλήθη να κρίνει την ορθότητα της αποφάσεως του Εφετείου που είχε ακυρώσει μία πώληση ακινήτου στα Χανιά το 2001, δεδομένης της ψυχικής διαταραχής της πωλήτριας.
Την αγωγή για την ακύρωση της πωλήσεως ήσκησε η αδελφή της πωλήτριας, η οποία είχε διορισθεί το 2002 ως δικαστική συμπαραστάτης της αδελφής της, επειδή η αδελφή (πωλήτρια) είχε κριθεί ως μη ικανή για την διαχείριση των υποθέσεών της.
Το συμβόλαιο της πωλήσεως είχε υπογραφεί το 2001 σε συμβ/φο Χανίων, με το οποίο η αδελφή είχε πωλήσει διαμέρισμα αγοραίας αξίας 50 έως 60 εκατομμυρίων δρχ. έναντι τιμήματος μόνο 23.000.000 δρχ. Η πωλήτρια είχε διαγνωσθεί ιατρικώς ότι από το 1985 έπασχε από ανίατη παρανοειδή σχιζοθυμική ψύχωση, λόγω της οποίας βρισκόταν υπό ψυχιατρική παρακολούθηση και έντονη φαρμακευτική αγωγή, νοσηλεύθηκε επανειλημμένως σε ψυχιατρικές κλινικές και κρίθηκε από την επιτροπή του ΙΚΑ ανάπηρη 67%.
Όταν διέκοπτε την θεραπευτική αγωγή, η νόσος παρουσίαζε υποτροπές με κλασσικά σχιζοφρενικά συμπτώματα, άλλοτε μανιακής και άλλοτε μελαγχολικής μορφής, ενώ παρουσίαζε τάσεις αυτοκαταστροφής και είχε αποπειραθεί να αυτοκτονήσει. Σε άλλες ωστόσο περιπτώσεις (μανιακή μορφή) αισθανόταν πολύ ικανή για κάθε ενέργεια και αισιόδοξη για το μέλλον, με αποτέλεσμα να προβαίνει σε πράξεις των οποίων τις συνέπειες δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει.
Οι μόνες δικαιοπραξίες που είχε τελέσει ήταν αποδοχή κληρονομίας και μεταβίβαση ποσοστών της σε κοινό ακίνητο προς μία άλλη αδελφή της.
Λίγο πριν από την πώληση του 2001, η αδελφή της πωλήτριας ενημέρωσε τόσο τον επίδοξο αγοραστή του ακινήτου όσο και την συμβολαιογράφο ότι η πωλήτρια ήταν ανίκανη για δικαιοπραξία, ωστόσο επειδή η πωλήτρια δεν είχε κηρυχθεί ακόμα υπό δικαστική συμπαράσταση (πράγμα που έγινε το 2002), η πώληση τελικώς υπεγράφη.
Με βάση τα ανωτέρω, το Εφετείο έκρινε ότι η πώληση ήταν άκυρη, λόγω ανικανότητος της πωλήτριας, εδέχθη συνεπώς την έφεση και εξαφάνισε την απόφαση του Πρωτοδικείου, που είχε δεχθεί ότι η πώληση ήταν ισχυρή.
Ο Άρειος Πάγος επεκύρωσε την ορθότητα της αποφάσεως του Εφετείου, αφού για το ουσιώδες ζήτημα της συνδρομής στο πρόσωπο της πωλήτριας καταστάσεως ψυχικής και διανοητικής διαταραχής, που περιόριζε αποφασιστικώς την λειτουργία της βουλήσεώς της, διέλαβε πλήρεις, σαφείς και μη αντιφάσκουσες μεταξύ τους αιτιολογίες.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
bm-bioxoi@otenet.gr
ktimatologiolaw@yahoo.gr
Sunday, December 19, 2010
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment