Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση προστασίας των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά και το Σύνταγμα της Ελλάδος, που αμφότερα έχουν νομική ισχύ πάνω από τους απλούς νόμους που ψηφίζει η Βουλή, προστατεύουν την ιδιωτική περιουσία κάθε ανθρώπου ή νομικού προσώπου (εταιρείας, σωματείου κλπ.). Η προστασία αυτή σημαίνει ότι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του και κανένας δεν μπορεί να στερηθεί της ιδιοκτησίας του παρά μόνο για λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους όρους που προβλέπουν οι νόμοι και το διεθνές δίκαιο, δηλαδή πρωτίστως μετά απο πλήρη αποζημίωση.
Στον όρο περιουσία ή ιδιοκτησία περιλαμβάνονται όχι μόνο τα εμπράγματα δικαιώματα, όπως η κυριότητα επί ακινήτων, αλλά και τα ενοχικά, δηλαδή το δικαίωμα αποζημίωσης για ζημία ή μείωση αξίας που υφίσταται η περιουσία σου. Συνέπεια αυτής της προστασίας είναι ότι όταν το κράτος, με οποιαδήποτε μορφή αυτό δρα, είτε ως υπουργείο, είτε ως Δήμος κλπ., απαλλοτριώνει, δηλαδή σου αφαιρεί μέρος της περιουσίας σου για δημόσια ωφέλεια, δικαιούσαι πλήρους αποζημιώσεως, όσο αξίζει σε χρήμα αυτό που χάνεις.
Τα ανωτέρω ισχύουν όχι μόνο όταν απαλλοτριώνεται ένα ακίνητο, αλλά και όταν το εναπομένον ακίνητο, μετά την απαλλοτρίωση, είτε χάνει εντελώς, είτε μειώνεται σημαντικά η αξία του. Επί παραδείγματι, κάποιος μπορεί να έχει στην κυριότητά του ένα κτήμα 15 στρεμμάτων στην περιοχή της Κυπαρισσίας. Το κτήμα έχει ελιές και αμπέλια, κότες και κουνέλια και ο ιδιοκτήτης του έχει χτίσει σ’αυτό και επτά παραδοσιακά αγροτικά σπίτια, στα οποία έχει αναπτύξει επιχείρηση αγροτουρισμού.
Συγκεκριμένα, καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου, προσελκύει τουρίστες, που έρχονται στο κτήμα στην Κυπαρισσία όχι μόνο για να απολαύσουν τις άριστες κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής, να γευθούν το καλό φαγητό και να χαρούν ήλιο, θάλασσα και εκδρομές στα πανέμορφα βουνά της Πελοποννήσου, αλλά κυρίως για να ζήσουν από κοντά και να συμμετάσχουν στην τοπική αγροτική ζωή, στην συλλογή των ελιών, στην διαδικασία παραγωγής ελαιολάδου και στην συλλογή σταφυλιών, μέχρι την παραγωγή μούστου και κρασιού.
Όταν το κράτος αποφάσισε την κατασκευή ενός υπερσύγχρονου αυτοκινητοδρόμου στην Κυπαρισσία, από το κτήμα των 15 στρεμμάτων, απαλλοτριώνονται επισήμως μόνο 5 στρέμματα. Ωστόσο, ο ιδιοκτήτης της αγροτουριστικής αυτής μονάδας δεν χάνει μόνο τα 5 από τα 15 στρέμματα, αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Η εναπομένουσα έκταση των 10 στρεμμάτων καθίσταται άχρηστη πλέον ως τόπος που προσελκύει ξένους τουρίστες. Η αιτία είναι ότι με την κατασκευή και λειτουργία του αυτοκινητοδρόμου ακριβώς δίπλα στην αγροτουριστική μονάδα, αυτή, λόγω του θορύβου, των καυσαερίων και της οπτικής ρύπανσης, δεν μπορεί πλέον να επιλεγεί ως παραδοσιακός τόπος απόλαυσης ησυχίας και παραδοσιακής αγροτικής ζωής. Επομένως, η αγροτουριστική επιχείρηση καταστρέφεται.
Όταν λοιπόν το κράτος έρθει να αποζημιώσει τον ιδιοκτήτη του ακινήτου μόνο για τα 5 από τα 15 στρέμματα, ο ιδιοκτήτης δικαιούται να ζητήσει στο δικαστήριο πρόσθετη αποζημίωση για τα υπόλοιπα 10 στρέμματα με τα σπίτια και τις εγκαταστάσεις που του απομένουν, τα οποία χάνουν πάνω από το 90% της αξίας τους, λόγω της κατασκευής και λειτουγρίας του αυτοκινητοδρόμου.
Και μία λεπτομέρεια: ο νόμος στην Ελλάδα ορίζει ότι ο ιδιοκτήτης πρέπει να ζητήσει την πρόσθετη αποζημίωση για το εναπομένον τμήμα που χάνει την αξία του, στην ίδια δίκη με την οποία ορίζεται η τιμή μονάδος για το επισήμως απαλλοτριούμενο τμήμα. Εάν δεν ζητήσει την πρόσθετη αποζημίωση στο ίδιο δικαστήριο με την ίδια αίτηση, δεν μπορεί να την ζητήσει σε άλλη, ξεχωριστή δίκη. Αυτή είναι και η θέση του Αρείου Πάγου, όπως αναλύεται στην υπ’ αριθ. 627/2007 απόφασή του.
Ωστόσο, υπάρχει και η άποψη ότι ο απλός νόμος που υποχρεώνει τον ιδιοκτήτη να στερηθεί του δικαιώματός του σε πρόσθετη αποζημίωση για την μείωση της αξίας της εναπομένουσας έκτασης, εάν δεν την ζητήσει στην κυρίως δίκη για την τιμή μονάδος, έρχεται σε αντίθεση προς το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση που προστατεύουν κάθε περιουσία που χάνει ο ιδιοκτήτης και άρα καθίσταται ανίσχυρος. Επομένως, κατά την άποψη αυτή, ο ιδιοκτήτης δικαιούται να αξιώσει την πρόσθετη αποζημίωση ακόμα και σε ξεχωριστή δίκη, που μπορεί να λάβει χώρα μετά την δίκη για τον καθορισμό της οριστικής τιμής μονάδος απαλλοτριώσεως του τμήματος που το κράτος παίρνει για δημόσια ωφέλεια.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
e-mail: bm-bioxoi@otenet.gr
Sunday, February 15, 2009
Wednesday, February 11, 2009
How to renounce your inheritance in Greece by Christos Iliopoulos
Usually, every heir entitled to an inheritance share wants to claim it by signing the necessary legal paperwork to obtain ownership of the inherited assets, in order to use, develop, or sell them. Most legal fights erupt once someone passes away, because each of the heirs wants to gain ownership over the largest possible share of the estate.
However, in some other cases what is happening is exactly the opposite. One or more heirs do not want to exercise their right to an inheritance for various reasons. Sometimes one of the siblings has received enough money or assets from the parents, so that when the parents pass away, that sibling wants to renounce his/her share, in favour of the other siblings.
Many people of Greek descent, who live outside of Greece, find that they are entitled to a share of their parents’ (or uncle’s – aunt’s etc.) inheritance in Greece, which they do not want to obtain. In most cases the heirs, who want to renounce their inheritance share, presume that they can do it whenever they choose, even years after the death of their parents, by signing a document stating that they do not want their share and, possibly, that they wish that their share goes to that sibling or that niece or nephew.
However, things under Greek law are not that simple. In Greece, you can’t validly renounce your inheritance share whenever you want. The basic principle is that you are entitled to renounce your share within a period of four months from the time you learned about the inheritance share. Usually, that means a period of four months from the time the deceased passed away, or four months from the time his/her will was probated at the court.
If the heir lives outside of Greece, or if the deceased died outside of Greece, the time limit within which you have the right to renounce your inheritance share is extended to one year. In order to renounce your share you must sign specific paperwork at the court in Greece, or at the Greek Consulate near your residence, outside of Greece. You can’t just write a letter to the other siblings expressing your will to renounce.
If you do not validly renounce the inheritance share which you are entitled to, within four or twelve months from the time you learned about the inheritance, it is presumed that you have accepted the inheritance. In other words, while to renounce your share you must actively sign documents at the court in Greece or at the Greek Consulate, to accept the inheritance you just have to let the time limit expire and then you are considered an heir to the inheritance.
There are many cases where one or more siblings advise that they do not want their share over the inheritance of their parents or of other relatives, who died many years ago in Greece, because they want to give their share to the other siblings or to their children. In such cases, those who want to renounce, can’t do it, because many years have passed, the time limit to renounce the inheritance has expired and now Greek law says that they have accepted the inheritance. In order to give up their share, they have to follow a different legal path.
What they have to do is officially accept their inheritance share in Greece and then, either immediately transfer it to the other heirs, or sell the common property to a third party and give all the money to the other heirs. This is done by signing, (either in person, or usually through a power of attorney), various court, tax and notary documents in Greece, by which the heir accepts his/her share first, becomes owner of the inherited property but subsequently gives it to the other heirs, by donation or other form of legal transfer.
Christos ILIOPOULOS, attorney at
the Supreme Court of Greece, LL.M.
e-mail: bm-bioxoi@otenet.gr
Sunday, February 1, 2009
Σύμφωνο συμβίωσης στην Ελλάδα και διαζύγιο στα δύο χρόνια διάστασης των συζύγων
Μεγάλες αλλαγές επέφερε στο οικογενειακό δίκαιο πρόσφατος νόμος στην Ελλάδα. Επιγραμματικώς, η μία εκ των σημαντικών αλλαγών είναι η πρόβλεψη ότι διαζύγιο μπορεί να παίρνει πλέον ο ένας εκ των συζύγων εάν αποδείξει στο δικαστήριο ότι ζει χωριστά από τον σύζυγό του για χρονικό διάστημα δύο μόνο ετών.
Μέχρι σήμερα το διάστημα της διάστασης που απαιτούσε ο νόμος για να εκδοθεί διαζύγιο ήταν τέσσερα έτη. Με το νέο νόμο το διάστημα αυτό περιορίζεται στο μισό, επομένως το διαζύγιο γίνεται ευκολώτερο σε περίπτωση διάστασης των συζύγων, όταν ο ένας επιθυμεί την λύση του γάμου, αλλά ο άλλος δεν συμφωνεί στο διαζύγιο.
Είναι δεδομένο ότι εάν και οι δύο σύζυγοι συμφωνούν στο διαζύγιο, καταφεύγουν στην λύση του συναινετικού διαζυγίου, χωρίς αντιδικία, αρκεί να έχουν μείνει παντρεμένοι τουλάχιστον για ένα έτος. Εάν, όμως, ο ένας εκ των συζύγων δεν επιθυμεί διαζύγιο, ο άλλος σύζυγος μπορεί, παρά την άρνηση του άλλου, να ασκήσει αγωγή στο δικαστήριο και να επιτύχει την λύση του γάμου τους, εφόσον αποδείξει στο δικαστήριο ότι βρίσκονται σε διάσταση για τουλάχιστον δύο έτη.
Σημειώνεται ότι τα δύο έτη πρέπει να έχουν συμπληρωθεί κατά την ημέρα συζήτησης της υπόθεσης στο δικαστήριο. Αυτό σημαίνει ότι αγωγή διαζυγίου λόγω διετούς διάστασης μπορεί να κατατεθεί ακόμα και μετά από 12 ή 18 μήνες διάστασης των συζύγων, αρκεί κατά την ημερομηνία της δίκης να έχουν συμπληρωθεί τα δύο χρόνια διάστασης.
Η άλλη μεγάλη αλλαγή στο οικογενειακό δίκαιο είναι η εισαγωγή στην ελληνική έννομη τάξη του θεσμού του συμφώνου συμβίωσης, για ετερόφυλα ζευγάρια. Το σύμφωνο συμβίωσης είναι μία συμφωνία δύο προσώπων, άνδρα και γυναίκας (όχι δύο ανδρών, ούτε δύο γυναικών), ότι θέλουν να ζουν μαζί, αλλά δεν θέλουν να συνάψουν γάμο μεταξύ τους. Η σύμβαση αυτή υπογράφεται, μόνο αυτοπροσώπως, από τους δύο συμβαλλομένους, ενώπιον συμβολαιογράφου και καταχωρίζεται στο Ληξιαρχείο.
Δεν μπορεί κάποιος να συνάψει σύμφωνο συμβίωσης εάν είναι ήδη παντρεμένος, ούτε εάν έχει ήδη συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με άλλο πρόσωπο. Δεν επιτρέπεται σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ συγγενών μέχρι πρώτα ξαδέρφια.
Το σύμφωνο συμβίωσης λύεται όταν και οι δύο συμβιούντες υπογράψουν αυτοπροσώπως σε συμβολαιογράφο την λύση του συμφώνου και την καταθέσουν στο Ληξιαρχείο. Μπορεί όμως και ο ένας εκ των δύο συμβιούντων να υπογράψει σε συμβολαιογράφο μονομερή λύση του συμφώνου και να την κοινοποιήσει με δικαστικό επιμελητή στον άλλον.
Το σύμφωνο συμβίωσης λύεται αυτοδικαίως εάν οι συμβιούντες συνάψουν γάμο μεταξύ τους, ή έστω ένας εξ αυτών συνάψει γάμο με τρίτον.
Το σύμφωνο συμβίωσης δεν μεταβάλλει το επώνυμο των συμβληθέντων. Ο καθένας μπορεί, εφόσον συγκατατίθεται ο άλλος, να χρησιμοποιεί στις κοινωνικές σχέσεις το επώνυμο του άλλου ή να το προσθέτει στο δικό του.
Τέκνο που γεννήθηκε κατά την διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης, ή εντός τριακοσίων ημερών από την λύση ή την ακύρωσή του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα κατήρτισε το σύμφωνο. Το τεκμήριο βεβαίως μπορεί να ανατραπεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, που θα ορίζει ότι το παιδί έχει άλλον πατέρα.
Εάν ένας εκ των συμβληθέντων στο σύμφωνο συμβίωσης αποβιώσει χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο άλλος συμβληθείς κληρονομεί το ένα έκτο της περιουσίας που άφησε ο θανών, εάν υπάρχουν και παιδιά ή γονείς του θανόντος, ενώ κληρονομεί το ένα τρίτο, εάν δεν υπάρχουν παιδιά ή γονείς, αλλά άλλοι συγγενείς (π.χ. αδέλφια του θανόντος κλπ.). Εάν δεν υπάρχει κανένας συγγενής του κληρονομουμένου, εκείνος που είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον θανόντα, λαμβάνει όλη την κληρονομία του.
Εάν ο ένας εκ των συμβιούντων αφήσει διαθήκη, με την οποία δεν αφήνει τίποτα στον άλλον, εκείνος έχει δικαίωμα νομίμου μοίρας στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας του, όπως συμβαίνει και μεταξύ των συζύγων που έχουν συνάψει γάμο.
Ο νέος νόμος περιλαμβάνει ασφαλώς πολλές λεπτομερείς διατάξεις, που δεν μπορούν να αναλυθούν στο παρόν άρθρο, το οποίο αποτελεί μία περιληπτική αναφορά των βασικών αλλαγών και καινοτομιών της νέας νομοθεσίας στην Ελλάδα στο οικογενειακό δίκαιο.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
e-mail: bm-bioxoi@otenet.gr
Μέχρι σήμερα το διάστημα της διάστασης που απαιτούσε ο νόμος για να εκδοθεί διαζύγιο ήταν τέσσερα έτη. Με το νέο νόμο το διάστημα αυτό περιορίζεται στο μισό, επομένως το διαζύγιο γίνεται ευκολώτερο σε περίπτωση διάστασης των συζύγων, όταν ο ένας επιθυμεί την λύση του γάμου, αλλά ο άλλος δεν συμφωνεί στο διαζύγιο.
Είναι δεδομένο ότι εάν και οι δύο σύζυγοι συμφωνούν στο διαζύγιο, καταφεύγουν στην λύση του συναινετικού διαζυγίου, χωρίς αντιδικία, αρκεί να έχουν μείνει παντρεμένοι τουλάχιστον για ένα έτος. Εάν, όμως, ο ένας εκ των συζύγων δεν επιθυμεί διαζύγιο, ο άλλος σύζυγος μπορεί, παρά την άρνηση του άλλου, να ασκήσει αγωγή στο δικαστήριο και να επιτύχει την λύση του γάμου τους, εφόσον αποδείξει στο δικαστήριο ότι βρίσκονται σε διάσταση για τουλάχιστον δύο έτη.
Σημειώνεται ότι τα δύο έτη πρέπει να έχουν συμπληρωθεί κατά την ημέρα συζήτησης της υπόθεσης στο δικαστήριο. Αυτό σημαίνει ότι αγωγή διαζυγίου λόγω διετούς διάστασης μπορεί να κατατεθεί ακόμα και μετά από 12 ή 18 μήνες διάστασης των συζύγων, αρκεί κατά την ημερομηνία της δίκης να έχουν συμπληρωθεί τα δύο χρόνια διάστασης.
Η άλλη μεγάλη αλλαγή στο οικογενειακό δίκαιο είναι η εισαγωγή στην ελληνική έννομη τάξη του θεσμού του συμφώνου συμβίωσης, για ετερόφυλα ζευγάρια. Το σύμφωνο συμβίωσης είναι μία συμφωνία δύο προσώπων, άνδρα και γυναίκας (όχι δύο ανδρών, ούτε δύο γυναικών), ότι θέλουν να ζουν μαζί, αλλά δεν θέλουν να συνάψουν γάμο μεταξύ τους. Η σύμβαση αυτή υπογράφεται, μόνο αυτοπροσώπως, από τους δύο συμβαλλομένους, ενώπιον συμβολαιογράφου και καταχωρίζεται στο Ληξιαρχείο.
Δεν μπορεί κάποιος να συνάψει σύμφωνο συμβίωσης εάν είναι ήδη παντρεμένος, ούτε εάν έχει ήδη συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με άλλο πρόσωπο. Δεν επιτρέπεται σύμφωνο συμβίωσης μεταξύ συγγενών μέχρι πρώτα ξαδέρφια.
Το σύμφωνο συμβίωσης λύεται όταν και οι δύο συμβιούντες υπογράψουν αυτοπροσώπως σε συμβολαιογράφο την λύση του συμφώνου και την καταθέσουν στο Ληξιαρχείο. Μπορεί όμως και ο ένας εκ των δύο συμβιούντων να υπογράψει σε συμβολαιογράφο μονομερή λύση του συμφώνου και να την κοινοποιήσει με δικαστικό επιμελητή στον άλλον.
Το σύμφωνο συμβίωσης λύεται αυτοδικαίως εάν οι συμβιούντες συνάψουν γάμο μεταξύ τους, ή έστω ένας εξ αυτών συνάψει γάμο με τρίτον.
Το σύμφωνο συμβίωσης δεν μεταβάλλει το επώνυμο των συμβληθέντων. Ο καθένας μπορεί, εφόσον συγκατατίθεται ο άλλος, να χρησιμοποιεί στις κοινωνικές σχέσεις το επώνυμο του άλλου ή να το προσθέτει στο δικό του.
Τέκνο που γεννήθηκε κατά την διάρκεια του συμφώνου συμβίωσης, ή εντός τριακοσίων ημερών από την λύση ή την ακύρωσή του, τεκμαίρεται ότι έχει πατέρα τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα κατήρτισε το σύμφωνο. Το τεκμήριο βεβαίως μπορεί να ανατραπεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, που θα ορίζει ότι το παιδί έχει άλλον πατέρα.
Εάν ένας εκ των συμβληθέντων στο σύμφωνο συμβίωσης αποβιώσει χωρίς να αφήσει διαθήκη, ο άλλος συμβληθείς κληρονομεί το ένα έκτο της περιουσίας που άφησε ο θανών, εάν υπάρχουν και παιδιά ή γονείς του θανόντος, ενώ κληρονομεί το ένα τρίτο, εάν δεν υπάρχουν παιδιά ή γονείς, αλλά άλλοι συγγενείς (π.χ. αδέλφια του θανόντος κλπ.). Εάν δεν υπάρχει κανένας συγγενής του κληρονομουμένου, εκείνος που είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον θανόντα, λαμβάνει όλη την κληρονομία του.
Εάν ο ένας εκ των συμβιούντων αφήσει διαθήκη, με την οποία δεν αφήνει τίποτα στον άλλον, εκείνος έχει δικαίωμα νομίμου μοίρας στο μισό της εξ αδιαθέτου μερίδας του, όπως συμβαίνει και μεταξύ των συζύγων που έχουν συνάψει γάμο.
Ο νέος νόμος περιλαμβάνει ασφαλώς πολλές λεπτομερείς διατάξεις, που δεν μπορούν να αναλυθούν στο παρόν άρθρο, το οποίο αποτελεί μία περιληπτική αναφορά των βασικών αλλαγών και καινοτομιών της νέας νομοθεσίας στην Ελλάδα στο οικογενειακό δίκαιο.
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
e-mail: bm-bioxoi@otenet.gr
Subscribe to:
Posts (Atom)