Το Σύνταγμα της Ελλάδος στο άρθρο 93 παρ. 3 ορίζει ότι οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να είναι αιτιολογημένες και μάλιστα η αιτιολογία τους να είναι ειδική και εμπεριστατωμένη. Σε απόφαση του Εφετείου επί αυτοκινητικού ατυχήματος, το σύμπέρασμα περί της υπαιτιότητος του ενός ή του άλλου οδηγού ή της συνυπαιτιότητος αυτών πρέπει να προκύπτει από αιτιολογίες διατυπωθείσες με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις.
Στην συγκεκριμένη απόφασή του το Εφετείο Αθηνών έκρινε υπόθεση υπαιτιότητος σε αυτοκινητικό ατύχημα, κατά το οποίο ο οδηγός μοτοσυκλέτας εισήλθε στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και συγκρούσθηκε με αντιθέτως κινούμενο αυτοκίνητο.
Για να διαγνώσει ποιός είναι ο υπαίτιος του ατυχήματος το Εφετείο περιέγραψε τα πραγματικά περιστατικά αναφέροντας την ώρα του ατυχήματος, το ακριβές σημείο της συγκρούσεως και το ότι αμφότερα τα οχήματα ήταν ασφαλισμένα. Επίσης, έκρινε ότι η σύγκρουση οφειλόταν σε αποκλειστική υπαιτιότητα του οδηγού της δίκυκλης μοτοσυκλέτας, ο οποίος όλως αμελώς περί την οδήγηση και κατά παράβαση συγκεκριμένου άρθρου του νόμου, ενώ εκινείτο στο ρεύμα πορείας του, εισήλθε αιφνιδιαστικώς και απροειδοποιήτως στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και συγκρούσθηκε μετωπικώς με το με κανονική ταχύτητα κινούμενο επιβατηγό, ο οδηγός του οποίου δεν μπόρεσε να αντιδράσει, λόγω του ότι η μοτοσυκλέτα παρενεβλήθη στην πορεία του σε μικρή απόσταση από αυτόν.
Βάσει των ανωτέρω το Εφετείο εδέχθη ότι αποκλειστικώς υπαίτιος του ατυχήματος ήταν ο οδηγός της δίκυκλης μοτοσυκλέτας.
Ωστόσο, ο Άρειος Πάγος με την υπ΄αριθ. 2327/2009 απόφασή του, ανήρεσε την απόφαση του Εφετείου, διαγιγνώσκοντας σφάλμα στις αιτιολογίες αυτής, οι οποίες εκρίθησαν από τον Άρειο Πάγο ως ανεπαρκείς, ασαφείς και αντιφατικές.
Συγκεκριμένα, το ανώτατο δικαστήριο διέγνωσε ότι στην απόφαση του Εφετείου δεν γίνεται αναφορά της ταχύτητος που είχαν τα οχήματα κατά την στιγμή της συγκρούσεώς τους, ούτε στο πλάτος της οδού, αλλά ούτε και στην απόσταση μεταξύ των δύο οχημάτων κατά την στιγμή εισόδου του οχήματος (μοτοσυκλέτας) στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας.
Επιπροσθέτως, δεν αναφέρεται η απόσταση που κατά την στιγμή της συγκρούσεως τα δύο οχήματα είχαν από το ρείθρο του πεζοδρομίου και αν αυτά μπορούσαν και έπρεπε να εκινούντο δεξιότερα.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των ελλείψεων είναι, κατά τον Άρειο Πάγο, να μην δύναται να ελεχθεί εάν ο νόμος εφαρμόσθηκε ορθώς από το Εφετείο και γι’ αυτό ανήρεσε την εφετειακή απόφαση και έστειλε την υπόθεση πίσω στο Εφετείο Αθηνών, για να ξαναδικασθεί στην ουσία της, από δικαστές διαφορετικούς από εκείνους που είχαν δικάσει την προηγούμενη φορά.
Αναφορικώς με την ανωτέρω απόφαση του Αρείου Πάγου σχολιάζεται από νομομαθείς ότι ενώ είναι αναμφιβόλως κατά «τύπον» ορθή, μπορεί ωστόσο να οδηγήσει τα δικαστήρια σε απαιτήσεις σχολαστικής αιτιολόγησης των αποφάσεών τους ακόμα και σε δευτερεύουσας αξίας ζητήματα. Συγκεκριμένα, ο αρεοπαγίτης επί τιμή Μιχαήλ Π. Μαργαρίτης έγραψε για την εν λόγω απόφαση του Αρείου Πάγου: «Διερωτάται εδώ κανείς: πώς θα μπορεί να υπάρξει έστω και συνυπαιτιότητα του οδηγού που ... οδηγούσε στο ρεύμα πορείας του, με κανονική ταχύτητα επιβατηγό αυτοκίνητο και ο άλλος οδηγός που οδηγούσε μοτοσυκλέτα, ενώ εκινείτο στο ρεύμα πορείας του, μπήκε αιφνιδιαστικά και απροειδοποίητα στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας και συγκρούσθηκε μετωπικά με το επιβατηγό, ο οδηγός του οποίου δεν μπόρεσε να αντιδράσει, λόγω του ότι η μοτοσυκλέτα παρενεβλήθηκε στην πορεία του σε μικρή απόσταση απ’ αυτόν».
Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,
Master of Laws.
bm-bioxoi@otenet.gr
ktimatologiolaw@yahoo.gr
Thursday, October 6, 2011
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment