Tuesday, April 2, 2013

Πώς η υπεύθυνη δήλωση εκτιμάται από τους δικαστές



Του Χρήστου Ηλιόπουλου*


Σε αστικό δικαστήριο στην Ελλάδα μπορούν να προσαχθούν ως αποδεικτικά μέσα πλήθος στοιχείων, από τα οποία οι δικαστές θα διαγνώσουν την αλήθεια και την βασιμότητα ή μη των ισχυρισμών που προβάλλονται από τις αντιτιθέμενες πλευρές.

Μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, σημαντική θέση κατέχουν οι μάρτυρες, οι οποίοι καταθέτουν για τα πραγματικά περιστατικά που είτε γνωρίζουν από προσωπική εμπειρία (αυτόπτες ή αυτήκοοι μάρτυρες), είτε για όσα έχουν ακούσει και μάθει από τρίτους.

Στις αστικές δίκες ενώπιον του ακροατηρίου κατά την διάρκεια της διεξαγωγής της συζήτησης επί της υποθέσεως συνήθως επιτρέπεται ένας μάρτυρας από κάθε πλευρά. Ο μάρτυρας που παρίσταται στο δικαστήριο προτιμάται να είναι αυτός που γνωρίζει τα περισσότερα για την υπόθεση, ώστε το δικαστήριο να του απευθύνει απ’ ευθείας ερωτήσεις, να αξιολογήσει τις απαντήσεις του, να διαπιστώσει τον τρόπο με τον οποίο απαντά (διστακτικότητα ή ευθύτητα, κατηγορηματικές ή μη απαντήσεις), αλλά και να συνάγει συμπεράσματα από τις απαντήσεις που δίδει στις ερωτήσεις των δικηγόρων.

Επειδεί ο ένας μόνο μάρτυρας μπορεί να αποτελεί περιορισμό για τους διαδίκους, οι τελευταίοι έχουν την ευκαιρία να εξετάσουν και άλλους μάρτυρες με τις ένορκες βεβαίωσεις, που γίνονται ενώπιον Ειρηνοδίκη, Συμβολαιογράφου ή και Προξένου, μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση του αντιδίκου προ μίας ή δύο ημερών, εκτός εάν ο αντίδικος είναι κάτοικος εξωτερικού, οπότε απαιτείται γνωστοποίηση προ οκτώ ημερών.

Συχνά στα δικαστήριο οι διάδικοι προσκομίζουν μαρτυρικές καταθέσεις που έχουν άλλη μορφή, δηλαδή δεν είναι ένορκες βεβαιώσεις που έχουν ληφθεί όπως απαιτεί ο νόμος. Προσκομίζουν δηλ. υπεύθυνες δηλώσεις που έχουν υπογραφεί είτε ιδιωτικώς, είτε ενώπιον αρχής (ΚΕΠ, Δημάρχου, Αστυνομικού) χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση του αντιδίκου.

Αυτές οι υπεύθυνες δηλώσεις λαμβάνονται υπόψιν από τα δικαστήριο ελευθέρως, δηλαδή ως δικαστικά τεκμήρια. Για να ληφθούν όμως υπόψιν πρέπει να μην έχουν ληφθεί ενόψει της συγκεκριμένης δίκης, αλλά σε άλλη περίσταση, σε ανύποπτο χρόνο και πάντως όχι για τον σκοπό να χρησιμοποιθούν στην συγκεκριμένη δίκη.

Αυτό έχει κριθεί από τα δικαστήρια διότι εφόσον μία μαρτυρική κατάθεση προορίζεται για συγκεκριμένη δίκη, πρέπει να γίνει με τον τρόπο που ορίζει η δικονομία, δηλ. είτε με κατάθεση ενώπιον του δικαστηρίου, είτε με ένορκη βεβαίωση μετά από προηγούμενη ειδοποίηση του αντιδίκου.

Η υπεύθυνη δήλωση γίνεται χωρίς ειδοποίηση του αντιδίκου, οπότε δεν πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου, εάν έγινε για συγκεκριμένη δίκη. Εάν όμως η υπεύθυνη δήλωση κάποιου έχει λάβει χώρα σε διαφορετική χρονική περίσταση, ή με αφορμή άλλη διαδικασία, εφόσον έχει αποδεικτική αξία για την δίκη που λαμβάνει χώρα, θα ληφθεί υπόψη από τον δικαστή ως δικαστικό τεκμήριο και ο δικαστής θα την εκτιμήσει ελευθέρως, προσδίδοντάς της μεγάλη, μικρή η και καθόλου βαρύτητα.

Αυτό έκρινε και η υπ’ αριθ. 780/2012 απόφαση του Γ’ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, διαλαμβάνοντας ότι «οι υπεύθυνες δηλώσεις του ν.δ/τος 105/1969 και ήδη του ν. 1599/1986 παραδεκτά λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια από τα δικαστήρια της ουσίας, εφόσον δεν προκύπτει ότι δόθηκαν για να χρησιμοποιηθούν στη συγκεκριμένη δίκη, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση».

Στην δίκη αυτή είχε προσκομισθεί δήλωση Προέδρου Κοινότητος, που έλεγε ότι ο ένας διάδικος είχε νομή επί του επιδίκου ακινήτου. Το δικαστήριο έκρινε ότι ο Πρόεδρος Κοινότητος, όπως και ο Δήμαρχος, βεβαιώνουν εκ του νόμου περί της δημοτολογικής καταστάσεως των πολιτκών και όχι για το ποιός έχει νομή ή κυριότητα επί ακινήτων.

Για τον λόγο αυτόν δεν αντιμετώπισε την βεβαίωση του Προέδρου της Κοινότητος ως δημόσιο έγγραφο, αλλά απλώς ως βεβαίωση τρίτου, που έχει αξία δικαστικού τεκμηρίου και δεσμεύει πολύ λιγότερο το δικαστήριο από όσο το δεσμεύει ένα δημόσιο έγγραφο.

Στην ίδια δίκη διάδικος προσκόμισε και δύο άλλες υπεύθυνες δηλώσεις, που είχαν ληφθεί όμως «ειδικά προς το σκοπό να χρησιμεύσουν ως αποδεικτικό μέσο στη δίκη αυτή» και γι’ αυτό το δικαστήριο δεν τις έλαβε καθόλου υπόψιν του, δηλ, ούτε καν ως δικαστικά τεκμήρια.

*Ο Χρήστος Ηλιόπουλος είναι

Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω,

Master of Laws.

www.greekadvocate.eu

bm-bioxoi@otenet.gr

ktimatologiolaw@yahoo.gr